Κάθε Τρίτη στο ίδιο σημείο τα τελευταία δέκα χρόνια. Η λαϊκή αγορά των βιολογικών προϊόντων που λειτουργεί έξω από το στάδιο της Παναχαΐκής, στο τέρμα της Έλληνος Στρατιώτου, έχει κερδίσει τις καρδιές εκατοντάδων επισκεπτών, όπως αποδεικνύεται από την αθρόα προσέλευση. Είναι η μοναδική λαϊκή με βιολογικά προϊόντα στην Αχαία και η ζήτηση παραμένει μέχρι και σήμερα αμείωτη.
Τα βιολογικά προϊόντα έχουν κερδίσει ένα σταθερό κοινό το οποίο κάθε Τρίτη δίνει το δικό του ραντεβού.
Τι κάνει όμως τα συγκεκριμένα προιόντα ξεχωριστά; Η υψηλή ποιότητα και ο διαφορετικός τρόπος καλλιέργειας, αφού δεν χρησιμοποιούνται φυτοφάρμακα και η λίπανση γίνεται με ειδικά προιόντα. Αυτός είναι και ο λόγος που τα βιολογικά προϊόντα είναι πιο νόστιμα, όπως δηλώνουν και οι ίδιοι οι άνθρωποι που τα αγοράζουν.
«Η συγκεκριμένη λαϊκή λειτουργεί από τον Ιούνιο του 2010. Ξεκινήσαμε πριν από την κρίση και κλείσαμε πλέον μια δεκαετία. Τα προϊόντα είναι όλα βιολογικά και πιστοποιημένα. Αυτό σημαίνει ότι απουσιάζουν τα ραντιστικά και όσα φυτοφάρμακα πέφτουν είναι τα επιτρεπτά, όπως χαλκός και θειάφι. Ο κόσμος έχει αγκαλιάσει τα βιολογικά προϊόντα. Κάθε χρόνο παρατηρούμε μια αύξηση της τάξεως των 5 με 20%. Σταθερή προσέλευση δεν έχει καταγραφεί καμία χρονιά. Συνεχώς παρουσιάζει αύξηση η ζήτηση για την συγκεκριμένη λαϊκή και δεν υπάρχει καθόλου πτώση. Η αύξηση ανεβαίνει μαζί και το ενδιαφέρον του κόσμου» αναφέρει ο κ. Θεόδωρος Κωνσταντόπουλος, πρόεδρος της συγκεκριμένης λαϊκής και βιοκαλλιεργητής.
Το κοινό που την επισκέπτεται είναι άνθρωποι της διπλανής πόρτας, που αναζητούν ποιοτικά προϊόντα στο τραπέζι τους, παρότι τα βιολογικά είναι σαφώς πιο ακριβά από τα υπόλοιπα είδη. Πολλές φορές είναι οι ίδιοι που θα βρεθούν και στις συμβατικές λαϊκές αγορές της Πάτρας.
« Σε εμάς έρχεται ο απλός κόσμος. Ειδικά τα νέα ζευγάρια, προτιμούν να αγοράσουν ποιοτικά προϊόντα για τα μωρά τους αλλά και πολλοί συνταξιούχοι που θέλουν να απολαύσουν ποιότητα. Μας επισκέπτονται και άνθρωποι που ασχολούνται και με τον τομέα της γης και γνωρίζουν τη διαφορά της ποιότητάς της δική μας. Όμως είναι και μια τρίτη κατηγορία ανθρώπων που γνωρίζουν τα πλεονεκτήματα της βιολογικής καλλιέργειας. Δάσκαλοι, καθηγητές, νοσοκομειακοί» σημειώνει ο κ. Κωνσταντόπουλος.
Θα περίμενε κανείς στην περίοδο της κρίσης ότι ο κόσμος δεν θα ανταποκρινόταν. Όμως τελικά, όπως διαφάνηκε, αγκάλιασε το συγκεκριμένο είδος των προϊόντων, επιβεβαιώνοντας την άποψη ότι «η ποιότητα ποτέ δεν πάει χαμένη».
Και ο λόγος που τα συγκεκριμένα προιόντα είναι πιο ακριβά οφείλεται στον κοστοβόρο τρόπο παραγωγής.
«Το κόστος για τον καταναλωτή είναι υψηλό γιατί είναι μειωμένη η παραγωγή. Σαφώς είναι προϊόντα που είναι πιο νόστιμα. Κάποια προϊόντα είναι σαφώς πιο νόστιμα και λόγω ποικιλίας που καλλιεργείται. Αυτό δεν σημαίνει ότι και στις συμβατικές λαϊκές δεν υπάρχουν νόστιμα προϊόντα. Τα δικά μας όμως είναι σαφώς διαφορετικά λόγω του τρόπου που έχου παραχθεί . Στην δική μας λαϊκή μπορεί να βρει κανείς τα πάντα από τα προϊόντα που παράγει η περιοχή μας. Μπανάνες ας πούμε δεν θα βρείτε, γιατί μόνο στην Κρήτη υπάρχουν βιολογικές. Τα υπόλοιπα προϊόντα όμως υπάρχουν όλα» σημειώνει ο κ. Κωνσταντόπουλος.
Σταθήκαμε όρθιοι στην κρίση
Του επισημαίνουμε ότι ουσιαστικά έκλεισε η συγκεκριμένη λαϊκή μια ολόκληρη δεκαετία λειτουργίας, κάτι που προκαλεί εύλογες αλλά ευχάριστες απορίες για το πώς παρέμεινε ενεργή.
«Σταθήκαμε όρθιοι στα χρόνια της κρίσης και αυτό οφείλεται στο ότι υπήρχε μια μερίδα του κόσμου που δεν ήθελε το φθηνό, αλλά ήθελε το καλό προϊόν. Αυτούς προσελκύσαμε και ήταν εκείνοι που ενδιαφέρονταν για τον ποιοτικό και όχι το φθηνό. Ήταν μια περίοδος που ο κόσμος παρότι έκανε περικοπές, εμάς μας προτιμούσε. Ήξερε ότι μπορούσε άφοβα τα δικά μας προϊόντα να τα φάει με τη φλούδα γιατί ήταν ιδιαίτερα» εξηγεί ο κ. Κωνσταντόπουλος.
Ωστόσο υπάρχουν και οι πελάτες εκείνοι που με τον χρόνο χάνονται, όχι γιατί άλλαξαν συνήθεια, αλλά γιατί το επιβάλουν οι συνθήκες. Οπως για παράδειγμα το Σεπτέμβρη, που παρατηρείται αλλαγή του δυναμικού της λαϊκής. Για παράδειγμα, δάσκαλοι ή γιατροί που την επισκέπτονταν φεύγουν σε άλλο μέρος με μετάθεση. Όμως το κενό καλύπτεται από άλλους καινούργιους πελάτες που θέλουν να δοκιμάσουν την ποιότητα των προϊόντων.
Σε σχέση με την ποικιλία των προϊόντων, στη συγκεκριμένη λαϊκή θα βρει ο καθένας οτιδήποτε επιθυμεί.
Υπάρχουν και προϊόντα που δεν υπάρχουν στις συμβατικές λαϊκές, όμως και προϊόντα που λόγω των συνθηκών δεν μπορούν να παραχθούν ή καθυστερεί η παραγωγή τους. Ένα πάγιο αίτημα των παραγωγών παραμένει η στέγαση της λαϊκής ώστε οι επισκέπτες αλλά και όσοι μοχθούν για την πραμάτεια τους να μην είναι εκτεθειμένοι στις καιρικές συνθήκες.
«Πάγιο αίτημά μας ήταν η συγκεκριμένη λαϊκή να γίνει στεγασμένη, κάτι αντίστοιχο που έγινε και στην Καλαμάτα. Στην Πάτρα δεν βρέθηκε κατάλληλο κτήριο να μας στεγάσει. Έχουμε ζητήσει και εμείς να γίνει αυτή η αλλαγή, διότι κάποιες ημέρες που βρέχει δύσκολα έρχεται ο άλλος. Σε μια λαϊκή το πιο δύσκολο πράγμα είναι το πάρκινγκ. Ευτυχώς στη συγκεκριμένη λαϊκή δεν υπάρχει τόσο σοβαρό πρόβλημα. Η πλατεία ( έξω από το γήπεδο υπάρχει μεγάλη πλατεία) βοηθάει να παρκάρουν οι πολίτες. Τώρα εάν πάμε και σε ένα στεγασμένο χώρο θα πρέπει απαραίτητα να υπάρχει πρόβλεψη για πάρκινγκ» εξηγεί ο κ. Κωνσταντόπουλος.
Σε σχέση με το προφίλ των βιοκαλλιεργητών, είναι άνθρωποι ηλικίας από 40 εώς 60 ετών. Ως προς το κατά πόσο νέοι καλλιεργητές επιλέγουν να ασχοληθούν με τη βιολογική καλλιέργεια η απάντηση είναι αρνητική, αφού δεν υπάρχουν σταθεροί.
«Μπαίνουν και βγαίνουν από το χώρο της βιοκαλλιέργειας επειδή διαπιστώνουν στην πορεία ότι δεν τους συμφέρει. Υπάρχει υψηλό κόστος γ’ αυτό. Όμως η βιοκαλλιέργεια είναι στην κουλτούρα των νέων αγροτών» αναφέρει ο κ. Κωνσταντόπουλος
Οι παραγωγοί προέρχονται από όλη τη Δυτική Ελλάδα καθώς η πιο κοντινή λαϊκή με βιολογικά είναι…. στην Καλαμάτα και την Αθήνα.
Σε σχέση με τα σούπερ-μάρκετι δεν υπάρχει ανταγωνισμός γιατί ο τιμές είναι ίδιες σχεδόν στα βιολογικά προϊόντα. Ωστόσο αυτό από μόνο του είναι ενθαρρυντικό, γιατί ουσιαστικά συστήνει στον απλό καταναλωτή τα βιολογικά προϊόντα και τον εξωθεί στο να τα αναζητήσει στη συγκεκριμένη λαϊκή αγορά.
Πρέπει να σημειωθεί ότι η συγκεκριμένη λαϊκή είχε ξεκινήσει αρχικά δύο φορές την εβδομάδα σε ειδικό χώρο στο Σκαγιοπούλειο, αλλά τελικά λόγω χαμηλής προσέλευσης σε εκείνη την περιοχή, αποφασίστηκε η μεταφορά της στο στάδιο της Παναχαΐκης, όπου και παραμένει μέχρι και σήμερα.