Ένας κλάδος που επιδιώκει τους ελέγχους για να διασώσει την ποιότητά του προϊόντος του, αλλά το κράτος δεν τους αφουγκράζεται. Σε αυτή τη φράση συνοψίζεται το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι πατρινοί μελισσοκόμοι, αλλά και ολόκληρος ο κλάδος της μελισσοκομίας σήμερα, εξαιτίας της επέλασης κινεζικών συμφερόντων στη χώρας. Εταιρείες κολοσσοί από την Κίνα αγοράζουν ελληνικό μέλι, το αναμειγνύουν με κινέζικο, που είναι πολύ κατώτερης ποιότητας και στη συνέχεια το πωλούν στις μεγάλες αγορές του εξωτερικού. Το αποτέλεσμα είναι το ελληνικό μέλι να δέχεται ασφυκτικές πιέσεις, να συμπιέζεται η τιμή του και δυστυχώς να μένει απούλητο. Και όλα αυτά για ένα προϊόν με το οποίο ο Έλληνας είναι ταυτισμένος από αρχαιοτάτων χρόνων και διαθέτει ιδιαίτερη σχέση.
Όπως εξηγεί ο Βασίλης Αλυχός, γραμματέας του Μελισσοκομικού Συλλόγου Αχαΐας «Το ίδιο πρόβλημα αντιμετώπισαν αι οι ΗΠΑ. Εκεί όμως το κράτος είχε γρήγορα ανακλαστικά. Άμεσα σταμάτησαν τις εισαγωγές μελιού από την Κίνα και επέβαλε μεγάλους δασμούς με αποτέλεσμα οι Κινέζοι να έρθουν στην Ευρώπη και να «ελληνοποιήσουν» δικό μας μέλι και στη συνέχεια να το πουλήσουν». Όπως εξηγεί «εδώ έρχεται το μέλι που εισάγουμε από την Κίνα, εκεί ουσιαστικά νοθεύεται, μιας και ένας τόνος ελληνικό μέλι αναμειγνύεται με πέντε τόνους κινέζικο και στη συνέχεια το προιόν πωλείται ως κινέζικο στις αγορές. Αυτό δεν γίνεται από μελισσοκόμους αλλά από τις μεγάλες εταιρίες που πωλούν χιλιάδες τόνους ανά τον κόσμο».
Ο λόγος για τον οποίο επιλέγουν αυτή την πρακτική είναι ότι το κινεζικό μέλι είναι υποδεέστερο ποιοτικά, λόγω της υψηλής ρύπανσης στην Κίνα . Από την άλλη η Κϊνα παράγει ίδιο ποσοστό μελιού όσο όλη η Ευρώπη… Μόνο που τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του κινέζικου μελιού είναι πολύ χαμηλά και σαφώς δεν θα μπορούσε να σταθεί στις διεθνείς αγορές. Οπότε με την πρόσμιξη του μελιού από χώρες με υψηλή ποιότητα όπως η Ελλάδα, το κινεζικό μέλι αποκτάει την ποιότητα που του λείπει .
«Είναι ένα μέλι που παράγεται σε επιβαρυμένη ατμόσφαιρα, με πολλά αντιβιοτικά, χωρίς έλεγχο οπότε οι Κινέζοι αναγκάζονται να αναζητήσουν ποιοτικά μέλια. Το τελικό προϊόν εξάγεται και μάλιστα έχουν τεράστιο πλεόνασμα. Το χειρότερο όμως είναι ότι αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα είναι ότι το δικό μας μέλι δεν φθάνει να καλύψει τις εγχώριες ανάγκες. Θα περίμενε συνεπώς κανείς το μέλι να είναι από τα προϊόντα εκείνα που θα μοσχοπουλιούνται. Δεν συμβαίνει αυτό. Το μέλι που παράγεται στη χώρα μας παραμένει αδιάθετο στις αποθήκες. Οπότε τι μέλι τρώμε;» είναι το ερώτημα που απευθύνει δημόσια ο κ. Αλυχός.
Η νοοτροπία που επικρατεί στην αγορά σήμερα είναι ότι οι μεγάλοι έμποροι, γνωρίζοντας τα αδιάθετα αποθέματα ελληνικού μελιού, συμπιέζουν την τιμή προς τα κάτω. Συγκρίνουν το ελληνικό μέλι με το κινέζικο με αποτέλεσμα να φθάνουμε σήμερα να πωλείται στα 3,5 ευρώ το κιλο στη χονδρική, όσο δηλαδή και το κόστος παραγωγής του. Πριν από τέσσερα χρόνια το κατώτερο όριο ήταν τα 4 ευρώ και επωλείτο προς 4,5 με 4,8 ευρώ το κιλό στη χονδρική. Ουσιαστικά φέτος οι μελισσοκόμοι δεν θα αποκομίσουν καθόλου κέρδος, μιας και τα 3,5 ευρώ είναι το κόστος παραγωγής τους.
Το φρένο στον τομέα της χαμηλής ποιότητας του παραγώμενου μελιού από την Κίνα μπορεί να μπει μόνο με την επιβολή ελέγχων στο ράφι, για το τι εισάγεται στη χώρα μας. Οι μελισσοκόμοι επισημαίνουν ότι το ελληνικό κράτος δεν προχωράει σε ελέγχους στον τομέα του μελιού, επειδή αυτό αντιπροσωπεύει το 0,5% του ΑΕΠ. Εάν το ποσοστό του ΑΕΠ ήταν παραπάνω εκτιμάται ότι θα είχε ριχτεί μεγαλύτερο βάρος στον τομέα των ελέγχων και το τελικό προϊόν θα προστατευόταν.
Η περιοχή μας θεωρείται από εκείνες που παράγουν υψηλής ποιότητας μέλι.
«Το μητρώο μελισσοκόμων είναι γύρω στα 1400 άτομα και οι ενεργοί είναι 1000 περίπου. Αυτό δείχνει τη δυναμική που υπάρχει στον κλάδο. Η χαμηλή τιμή έχει επηρεάσει πολλούς να απομακρυνθούν. Επιπρόσθετα το γεγονός ότι υπάρχει εισαγωγή μελιού εύκολα από τη Βουλγαρία και από άλλες χώρες, έχει επηρεάσει και την διαμορφούμενη τιμή» σημειώνει από την πλευρά του ο Πρόεδρος του Συλλόγου Κώστας Δημητρόπουλος.
Ο ίδιος σημειώνει ότι εκτός από την Κίνα εισαγωγή μελιού στη χώρα μας γίνεται από την Αργεντινή και τη Χιλή.
Δεν είναι πάντως και λίγο εκείνοι που μέσα στην κρίση επέλεξαν να ασχοληθούν με τη μελισσοκομία για να ενισχύσουν το εισόδημά τους. Όμως θα έπρεπε να διαθέσουν χρήμα και χρόνο για να αποκομίσουν οφέλη. Έτσι ακολούθησε σημαντικό ξεκαθάρισμα εξαιτίας των συνθηκών που είχαν διαμορφωθεί.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Αχαΐα συγκαταλέγεται μαζί με την Ηλεία στις περιοχές με ισχυρή παραγωγή στον τομέα πώλησης του μελιού. Εξίσου σημαντικό είναι το μέλι που παράγεται από την περιοχή του Μαινάλου. Τα τελευταία δέκα χρόνια έχει εκλείψει η λεγόμενη «βανίλια» του Μαινάλου, ένα μέλι δυσεύρετο και με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά.
Ο λόγος είναι το ξηροθερμικό κλίμα που επικρατεί τα τελευταία χρόνια στην περιοχή. Ωστόσο για να αποσαφηνιστούν οι λόγοι για τους οποίους έχει παρατηρηθεί η συγκεκριμένη αλλαγή, ξεκίνησε έρευνα από το Πανεπιστήμιο Αθηνών και Θεσσαλονίκης με χρήματα του Δημοσίου προκειμένου να ξεκαθαριστούν οι λόγοι για τους οποίους το συγκεκριμένο προϊόν σταμάτησε να παράγεται. Τα αποτελέσματα παραμένουν μέχρι σήμερα άγνωστα, όπως σημειώνουν οι παράγοντες του μελισσοκομικού κλάδου. Εκείνο που έχει καταστεί γνωστό στους παραγωγούς είναι ότι στις περιοχές του Μαινάλου, μόνο όπου υπάρχουν οικισμοί το συγκεκριμένο μέλι έχει κάνει την εμφάνισή του. Μια εκδοχή είναι ότι επειδή στις συγκεκριμένες περιοχές δεν υπάρχουν ψεκασμοί, επειδή είναι κατοικήσιμοι, υπάρχει η δυνατότητα παραγωγής του. Πρόκειται για μια παρατήρηση που πρέπει το ελληνικό κράτος να αντιμετωπίσει με προσοχή, καθώς υπάρχουν υποψίες ότι οι ψεκασμοί έχουν επηρεάσει και την ποιότητα του παραγόμενου μελιού.