Του Γιώργου Ηλιόπουλου
Μια εξαιρετική χρονιά από άποψη ποιότητας είναι η φετινή για τα κρασιά της Δυτικής Αχαΐας. Οι χαμηλές στρεμματικές αποδόσεις και η πολύ καλή πρώτη ύλη είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της φετινής σοδειάς, η οποία έρχεται μετά από μια εξίσου εξαιρετική προηγούμενη χρονιά που χαρακτηρίζεται το 2019. Δυστυχώς η εμφάνιση της πανδημίας οδήγησε στο να μην υπάρξει δυνατότητα απορρόφησης των κρασιών του 2019 και να δημιουργηθεί ένα κλίμα επιφυλακτικότητας.
Ωστόσο σε επίπεδο παραγωγής, ο φετινός τρύγος χαρακτηρίζεται ακόμα πιο ποιοτικός, όπως τονίζει στο Σ.Ε ο Γιώργος Βεσκούκης, πρόεδρος του Αγροτικού Συλλόγου Δυτικής Αχαΐας.
« Η περιοχή μας φέτος έχει πολύ ποιοτικά σταφύλια, λόγω καιρικών συνθηκών. Θέλουμε οι οινοποιοί της περιοχής και της υπόλοιπης χώρας που προτιμούν οινοστάφυλα από την περιοχή μας να δείξουν και το ανάλογο ενδιαφέρον. Οι τιμές είναι λογικό να κυμανθούν στα περσινά επίπεδα, παρότι η ποιότητα είναι σαφώς υψηλότερη. Κάποια αποθέματα κρασιού που υπήρχαν στα οινοποιεία, δόθηκε η δυνατότητα απορρόφησής τους μέσω της απόσταξης κρίσης. Άρα δεν υπάρχει δικαιολογία να υπάρξει πτώση των τιμών, εφόσον μιλάμε για τέτοια ποιότητα» εξηγεί ο κ. Βεσκούκης.
Όλα τα προϊόντα, όπως πατάτες, καρπούζια, πατάτες, φράουλες και τα κηπευτικά από τη Δυτ. Αχαΐα είχαν υποστεί σοβαρή καταστροφή λόγω της πανδημίας.
«Εάν πέσει η τιμή στο σταφύλι κανείς δεν θα μπορέσει να καλλιεργήσει του χρόνου και να παράξει» εξηγεί ο κ. Βεσκούκης.
Πέρυσι η κορινθιακή σταφίδα ήταν στα 40 λεπτά το κιλό, το Μοσχάτο Ρίου επίσης στα 40 λεπτά, η Μαυροδάφνη Πατρών στα 60 με 65 λεπτά και οι Ροδίτες στα 30 λεπτά.
Ήταν τιμές που επέτρεπαν στους παραγωγούς να καλλιεργούν, την ώρα που το κόστος ανά στρέμμα, κυμαίνεται στα 500 με 600 ευρώ ανά καλλιεργητική περίοδο. Οπότε εάν οι τιμές πέσουν θα υπάρξει σοβαρό πρόβλημα στην περιοχή. Αυτός είναι και ο λόγος που μέσω του Σ.Ε. Ο κ Βεσκούκης καλεί τους οινοποιούς να κρατήσουν τις τιμές σε αυτά τα επίπεδα, χάρη και της υψηλής ποιότητας.
Κατά τον κ. Βεσκούκη αρκετά οινοποιεία προτίμησαν να καταστρέψουν την παραγωγή τους μέσω της απόσταξης κρίσης και της παραγωγής οινοπνεύματος ως τελικού προιόντος, κάτι για το οποίο επιδοτήθηκαν από το κράτος.
«Μπορεί να μην πήραν ως αποζημίωση το 100% της είσπραξης εάν το κρασί επωλείτο κανονικά, όμως δεν παθαίνουν και ολική καταστροφή. Υπάρχει ένα οικονομικό μαξιλάρι στα οινοποιεία και αυτό μαξιλάρι πρέπει να το μεταφέρουν στους παραγωγούς. Εάν μειωθούν οι τιμές, τότε εύλογα γεννάται το ερώτημα για ποιο λόγο δόθηκε η επιδότηση;» αναφέρει ο κ. Βεσκούκης.
Ως προς την αγορά και τις συνθήκες που επικρατούν εκτιμάται ότι οι παραγωγοί δεν θα περιορίσουν σημαντικά την παραγωγή τους, αν και πολλά οινοποιεία έχουν σπεύσει να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα. Το μήνυμα πάντως ότι τα κρασιά φέτος είναι σαφώς πιο ποιοτικά, σηματοδοτεί και την εμφιάλωση ίδιων ποσοτήτων με πέρυσι, λόγω της καλής πρώτης ύλης.
«Το 2019 υπήρχε μεγάλη ποσότητα. Φέτος έχουμε λιγότερη ποσότητα αλλά καλύτερη ποιότητα και αυτό κάνει ακόμα πιο ελκυστική την δική μας περιοχή», αναφέρει ο κ. Βεσκούκης.
Η Δυτική Αχαΐα έχει αποκτήσει οινικό προφίλ και προτιμώνται από πολλά οινοποιεία που επιλέγουν τη συνεργατική καλλιέργεια με τοπικούς αμπελουργούς.
Τρίτη η Αχαΐα στην απόσταξη κρίσης
Στο Ηράκλειο Κρήτης καταγράφηκε η μεγαλύτερη ποσότητα οίνου που κατευθύνθηκε για απόσταξη, όπως προκύπτει από τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Κεντρική Συνεταιριστική Ένωση Αμπελοοινικών Προϊόντων (ΚΕΟΣΟΕ). Κατά την πρώτη προκήρυξη του μέτρου, ο Νομός Ηρακλείου είχε αιτηθεί για απόσταξη συνολικού όγκου 51.631 χιλιόλιτρων οίνου, ενώ στον δεύτερο κύκλο ζήτησαν συμπληρωματικό όγκο 44.007 χιλιόλιτρων.
Σημειώνεται ότι τα συνολικά 95.638 χιλιόλιτρα του Ηρακλείου Κρήτης αποτελούν το 28,09% του συνολικού όγκου που οδηγείται σε Απόσταξη Κρίσης, ο οποίος ανέρχεται σε 340.428 χιλιόλιτρα οίνου.
Ακολουθεί ο Νομός Κορινθίας με 77.079 χιλιόλιτρα (22,64% του συνόλου), τα οινοποιεία του οποίου κατέθεσαν συμπληρωματικές αιτήσεις όγκου 17.003 χιλιόλιτρα, ενώ την πρώτη τριάδα συμπληρώνει ο Νομός Αχαΐας με τα συνολικά αιτήματα για ένταξη στην Απόσταξη Κρίσης να φτάνουν τα 30.376 χιλιόλιτρα.
Όπως εκτιμά η ΚΕΟΣΟΕ, «οι χαμηλές τιμές αποζημίωσης απόσταξης οίνων χωρίς Γεωγραφική Ένδειξη και οίνων με ΠΓΕ απέτρεψαν πολλά οινοποιεία να επιλέξουν το μέτρο της Απόσταξης Κρίσης».
Επιπλέον 80.409 χιλιόλιτρα στο δεύτερο κύκλο του μέτρου
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της ΚΕΟΣΟΕ κατά τον δεύτερο κύκλο του μέτρου Απόσταξη Κρίσης εγκρίθηκαν επιπλέον 80.409 χιλιόλιτρα, ανεβάζοντας τον συνολικό όγκο σε 340.428,04 χιλιόλιτρα.
Από αυτά, το 67,8% αφορά οίνους χωρίς Γεωγραφική Ένδειξη, το 16,63% οίνους με ΠΓΕ, το 7,81% οίνους με ΠΟΠ και το 7,76% γλυκείς οίνους.
Το κόστος της απόσταξης ανέρχεται σε 20.503.319 ευρώ από το προϋπολογισθέν ποσό των 25.000.000 ευρώ. Σημειώνεται ότι τα υπόλοιπα του προγράμματος δεν μπορούν να μεταφερθούν σε άλλο μέτρο του Εθνικού Φακέλου, κάτι το οποίο ισχύει και για το αναπορρόφητο κονδύλι του μέτρου του Πράσινου Τρύγου.
Με τιμές 2019 η παραλαβή οινοστάφυλων από Συνεταιρισμούς
Ο Κλαδικός Εθνικός Αγροτικός Συνεταιρισμός Αμπελοοινικών Προιόντων με ανακοίνωσή του αναφέριε ότι :
«Επειδή ακριβώς η φετινή συγκομιδή δεν είναι σκόπιμο να αντιμετωπισθεί με αποκλειστικά οικονομίστικη προσέγγιση, αλλά με όρους διατήρησης και επάρκειας των διαθέσιμων πόρων του τομέα και για τις επόμενες χρονιές, η συντριπτική πλειοψηφία των οινοποιητικών συνεταιρισμών, έχει αποφασίσει και καταβάλλει ή θα καταβάλλει στη συγκομιζόμενη από τα μέλη τους σταφυλική παραγωγή, τις ίδιες τιμές που κατέβαλλαν το 2019.
Κοινός παρονομαστής της απόφασης αυτής είναι ότι οι συνεταιρισμοί σαν οργανώσεις κοινωνικής οικονομίας, θα πρέπει φέτος να βοηθήσουν τους αμπελουργούς παραγωγούς – μέλη τους, προκειμένου να παραμείνουν στην καλλιέργεια, να αντέξουν στην κρίση και να κερδίσουν χρόνο αναμένοντας την εξισορρόπηση την επόμενη χρονιά της αναμφισβήτητα δύσκολης κατάστασης.
Είναι εξαιρετικά σημαντικό αυτή τη χρονική συγκυρία να αναδειχθεί και πάλι η αξία του «συνεταιρίζεσθαι» με βάση τις αξίες της αυτοβοήθειας και της αλληλεγγύης, έστω και με πρόσκαιρη ζημιά, στηρίζοντας τα μέλη του συνεταιρισμού, αν και αρκετοί οινοποιητικοί συνεταιρισμοί με τους οποίους επικοινώνησε η ΚΕΟΣΟΕ, δεν έχουν την πρόθεση να «κλείσουν τις πόρτες τους» ούτε στους αμπελουργούς που δεν είναι μέλη τους, για να βοηθήσουν την αμπελοοινική οικονομία της ευρύτερης περιοχής τους.
Στον αντίποδα στο ιδιωτικό εμπόριο είτε επικρατεί σιωπή για τις τιμές και απροθυμία να διαπραγματευθούν αγορές ποσοτήτων – πόσω μάλλον να ορίσουν τιμές – ενώ στις περιοχές που έχει ήδη ξεκινήσει ο τρυγητός, παραλαμβάνονται ποσότητες με μειωμένες τιμές από 35% – 45%, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το Ηράκλειο Κρήτης και την Αχαΐα.
Υπάρχουν όμως κι εξαιρέσεις από τον κανόνα, αφού τα δραστηριοποιούμενα οινοποιεία στην περιοχή του Αμυνταίου, θα κινηθούν στα περσινά επίπεδα τιμών.
Τα μηνύματα που στέλνουν οι συνεταιρισμοί ως προς τα ποιοτικά χαρακτηριστικά και τον όγκο της φετινής συγκομιδής, περιγράφουν ότι το 2020 έχει χαρακτηριστικά εξαιρετικής παραγωγής και στις περισσότερες περιπτώσεις αυξητικές τάσεις ως προς τον όγκο, με εξαίρεση την Αχαΐα, τη Νεμέα και τη Λήμνο. Τόσο οι ασθένειες στον αμπελώνα, όσο και η επίδραση ακραίων καιρικών φαινομένων, είχαν τοπικό χαρακτήρα και δεν επηρεάζουν αισθητά τον όγκο παραγωγής σταφυλιών.
Μετά την εφαρμογή των ειδικών μέτρων για την εξισορρόπηση του αμπελοοινικού τομέα από το ΥΠΑΑΤ μέσω της Απόσταξης Κρίσης κυρίως, αφού ο Πράσινος Τρύγος δεν λειτούργησε ουσιαστικά, ανακύπτει περισσότερο επιτακτικά η ανάγκη άμεσης εξαγγελίας στήριξης των οινοποιείων που θα διατηρήσουν το περσινό επίπεδο τιμών και ποσοτήτων, με τη χορήγηση σε αυτά Άτοκη Δανειοδότηση. Χωρίς αυτή την προϋπόθεση εμφιλοχωρεί ο κίνδυνος ειδικά οι οινοποιητικοί συνεταιρισμοί να βρεθούν προ αδιεξόδου και απέναντι στους παραγωγούς μέλη τους, αλλά και απέναντι στον ανταγωνισμό, αφού θα επαναληφθεί η τιμωρητική αντιμετώπιση της κοινωνικής οπτικής που φυσικά διέπει την πολιτική τους. Η εξαγγελία από την κυβέρνηση Άτοκης Δανειοδότησης, θα λειτουργήσει και ως δίχτυ προστασίας στην μειούμενη τάση των τιμών.
Εκτός Ελλάδας και οι γαλλικοί οινοποιητικοί συνεταιρισμοί εφαρμόζουν τις ίδιες πολιτικές στηρίζοντας τους αμπελοκαλλιεργητές με τιμές όμοιες μ’ αυτές που καταβλήθηκαν το 2019. Παράλληλα εκφράζουν και την κάθετη αντίθεσή τους, σχετικά με τους προβληματισμούς που αναπτύσσονται στη χώρα τους, για οριστική εκρίζωση αμπελώνων, εξαιτίας της δύσκολης κατάστασης που επικρατεί στον τομέα, ακριβώς επειδή οι επιπτώσεις της κρίσης μπορεί να διαρκέσουν και τον επόμενο χρόνο, αλλά ο παραγωγικός ιστός πρέπει να παραμείνει αλώβητος.
Στη γείτονα Ιταλία αναμένεται μείωση του όγκου παραγωγής, μείωση που θα βοηθήσει τη διατήρηση των τιμών».