Κατακρήμνιση του δείκτη οικονομικού κλίματος των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων και όλων των βασικών οικονομικών δεικτών, ραγδαία αύξηση αδυναμίας καταβολής υποχρεώσεων και δυσοίωνες οι προσδοκίες για το μέλλον είναι τα αποτελέσματα της έρευνας του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ(Ιούλιος 2020).
Πρόκειται για την εξαμηνιαία έρευνα οικονομικού κλίματος στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, η 24η κατά σειρά, η οποία αποτυπώνει τις επιπτώσεις της υγειονομικής κρίσης στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις και περιγράφει ένα γκρίζο τοπίο στην οικονομία.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, μετά από την σταθερή σε γενικές γραμμές βελτίωση που είχε καταγραφεί στις προηγούμενες έξι εξαμηνιαίες έρευνες οικονομικού κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, η οικονομική κατάσταση των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, οι οποίες αποτελούν τη ραχοκοκκαλιά της οικονομίας, αντιστράφηκε απότομα και σε βάθος.
Όλοι οι δείκτες οικονομικού κλίματος καταγράφουν σοβαρή μείωση δείχνοντας πως μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα η κατάσταση των μικρών και πολύ επιχειρήσεων έχει επιδεινωθεί δραματικά, θέτοντας σε κίνδυνο την βιωσιμότητα τους.
Η ραγδαία μείωση της οικονομικής δραστηριότητας αρχίζει εκ νέου να αποτυπώνεται και στην αδυναμία καταβολής των υποχρεώσεων τόσο προς τον δημόσιο όσο και προς τους ιδιώτες.
Ο φαύλος κύκλος ύφεσης – υπερχρέωσης φαίνεται πως αναβιώνει. Μέσα σε ένα τόσο τοξικό για τις επιχειρήσεις περιβάλλον, όπου δημιουργούνται συνθήκες για εκτεταμένο και μαζικό κλείσιμο μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων που αποτελούν τον βασικό πυλώνα απασχόλησης στην Ελλάδα, είναι μάλλον αμφίβολο πως η ύφεση στην οποία ήδη έχει εισέλθει η ελληνική οικονομία θα είναι βραχύβια, ανεξάρτητα από τις προσπάθειες που καταβάλλονται από τους επιστήμονες της υγείας για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του COVID-19.
Η αποψίλωση των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων ισοδυναμεί με αποψίλωση της εναπομείνασας από την δεκαετή οικονομική κρίση μεσαίας τάξης θέτοντας σε σοβαρό κίνδυνο την διατήρηση της κοινωνικής συνοχής.
Με βάση αυτά είναι αναγκαίο τα μέχρι τώρα μέτρα στήριξης της κυβέρνησης, τόσο για την ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων, όσο και για την κάλυψη απώλειας των εισοδημάτων να διευρυνθούν και να συμπληρωθούν από ένα ρεαλιστικό πλαίσιο διευθέτησης και διαχείρισης των υποχρεώσεων τους.
Τα κυριότερα ευρήματα της έρευνας κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, όπου αποτυπώνεται η εξαιρετικά δυσμενής κατάσταση που βρίσκονται οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις είναι τα εξής:
Πτώση 46 μονάδων το 6μηνο
Αναφορικά με την αποτίμηση του πρώτου εξαμήνου του έτους, το πώς διαμορφώθηκαν οι βασικοί οικονομικοί δείκτες και οι υποχρεώσεις/οφειλές των ΜμΕ προκύπτει αβίαστα ότι η η υγειονομική κρίση έχει συντελέσει στην αλλαγή επί τα χείρω, τόσο στο γενικό οικονομικό κλίμα όσο και σε όλους τους επιμέρους δείκτες. Η επιδείνωση μάλιστα όλων των βασικών δεικτών είναι τέτοια που παραπέμπει στην περίοδο 2012-2013, δηλαδή σε εκείνη την περίοδο που η ελληνική οικονομία κατέγραψε την πιο βαθιά ύφεση κατά την διάρκεια υλοποίησης των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής.
Πιο συγκεκριμένα, προκύπτουν τα εξής συμπεάσματα από την έρευνα:
- 8 στις 10 επιχειρήσεις δήλωσαν πως η οικονομική κατάσταση της επιχείρησης τους επιδεινώθηκε κατά το προηγούμενο εξάμηνο έναντι μόλις 4,9% που δήλωσε ότι βελτιώθηκε και 15,1% που δήλωσε πως παρέμεινε αμετάβλητη
- Ο δείκτης οικονομικού κλίματος διαμορφώνεται στις 20,1 μονάδες καταγράφοντας πτώση 46 μονάδων μόλις μέσα σε ένα εξάμηνο γεγονός που αποτυπώνει το βάθος της οικονομικής κρίσης
- 8 στις 10 επιχειρήσεις δήλωσαν πως ο τζίρος τους μειώθηκε κατά το προηγούμενο εξάμηνο έναντι μόλις 5,6% που δήλωσε ότι αυξήθηκε. Μέσος όρος μείωσης του κύκλου εργασιών 46,4%.
- 8 στις 10 επιχειρήσεις δήλωσαν πως μειώθηκε η ρευστότητα τους, έναντι μόλις του 5,4% δήλωσε ότι αυξήθηκε.
- 1 στις 4 επιχειρήσεις δήλωσε πως έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την εφορία (ΦΠΑ, ΦΜΥ κλπ)
- 1 στις 4 επιχειρήσεις δήλωσε πως έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τον πρώην ΟΑΕΕ
- 1 στις 6 επιχειρήσεις δήλωσε πως έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το πρώην ΙΚΑ
- 1 στις 3 επιχειρήσεις που έχει ενοίκιο δήλωσε πως έχει καθυστερημένες οφειλές.
- 1 στις 5 επιχειρήσεις δήλωσε πως έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τις τράπεζες
- 1 στις 4 επιχειρήσεις δήλωσε πως έχει καθυστερημένες οφειλές προς προμηθευτές
- 1 στις 4 επιχειρήσεις έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές σε λογαριασμούς ενέργειας (ΔΕΗ, φυσικό αέριο), ενώ 1 στις 5 έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές σε λοιπούς λογαριασμούς (τηλέφωνο, ύδρευση).
Μείωση θέσεων απασχόλησης
Αναφορικά με το θέμα των θέσεων εργασίας – απασχόλησης προσωπικού τα στοιχεία επίσης δείχνουν μείωση. Ειδικότερα,
- 1 στις 6 των επιχειρήσεων που απασχολούν προσωπικό προχώρησαν σε μείωση των θέσεων απασχόλησης κατά το προηγούμενο εξάμηνο. Με βάση τα στοιχεία της έρευνας εκτιμάται ότι το προηγούμενο εξάμηνο χάθηκαν 117.000 θέσεις απασχόλησης.
- 1 στις 7 των επιχειρήσεων που απασχολούν προσωπικό θα προχωρήσει σε μείωση των θέσεων απασχόλησης το επόμενο διάστημα, έναντι 6,7% που θα κάνει προσλήψεις. Από την επεξεργασία των επιμέρους στοιχείων εκτιμάται ότι το επόμενο εξάμηνο κινδυνεύουν να χαθούν 105.000 θέσεις απασχόλησης.
«Καμπανάκι» για τη βιωσιμότητα
Αναφορικά με τις προσδοκίες για το επόμενο εξάμηνο, τη βιωσιμότητα επιχειρήσεων και τις υποχρεώσεις/οφειλές προέκυψαν τα εξής:
- 1 στις 3 μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις εκφράζουν τον φόβο για ενδεχόμενη διακοπή της δραστηριότητας τους κατά το επόμενο διάστημα.
- 1 στις 2 επιχειρήσεις αναμένει περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης το επόμενο εξάμηνο έναντι μόλις του 10,7% που αναμένει βελτίωση και του 26,9% που δεν περιμένει καμία μεταβολή
- 1 στις 4 επιχειρήσεις δήλωσε ότι το επόμενο διάστημα δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις δανειακές της υποχρεώσεις προς τις τράπεζες
- 1 στις 4 επιχειρήσεις δήλωσε ότι το επόμενο διάστημα δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις ενοικίου
- 1 στις 5 επιχειρήσεις δήλωσε πως δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί:
- στις φορολογικές της υποχρεώσεις
- στις ασφαλιστικές της υποχρεώσεις (πρώην ΟΑΕΕ και ΙΚΑ)
- στις υποχρεώσεις προς προμηθευτές
- στις υποχρεώσεις για λογαριασμούς ενέργειας και λοιπούς λογαριασμούς
Αξιολόγηση μέτρων της κυβέρνησης για την στήριξη των επιχειρήσεων
- 6 στις 10 επιχειρήσεις (62,9%) δήλωσαν πως είναι λίγο ή καθόλου ικανοποιημένοι με τα μέχρι τώρα μέτρα της κυβέρνησης, έναντι του 35,3% που δήλωσε πως είναι πολύ ή αρκετά ικανοποιημένο.
Η έρευνα που παρουσιάζεται είναι η δεύτερη για το 2020 που διεξάγει το Ινστιτούτο Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ σε συνεργασία με την εταιρία MARC AE σε εξαμηνιαία βάση από τον Μάιο του 2009.
Έγινε σε πανελλαδικό δείγμα 803 πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων (0-49 άτομα προσωπικό), στο διάστημα 13-14 & 21-29 Ιουλίου 2020 και έχει ως βασικό στόχο την αποτύπωση του οικονομικού κλίματος στις πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις, στους κλάδους της μεταποίησης, του εμπορίου και των υπηρεσιών, που αποτελούν το 99,6% των επιχειρήσεων στην Ελλάδα.
Τα ευρήματα αυτής της έρευνας μπορούν να συγκριθούν με τα αντίστοιχα των προηγούμενων ερευνών (Μάιος 2009 – Φεβρουάριος 2020).
Οι έρευνες αυτές αποτελούν το μοναδικό εργαλείο, σε πανελλαδικό επίπεδο, για την καταγραφή της κατάστασης και της πορείας του μεγαλύτερου τμήματος της πραγματικής οικονομίας στην Ελλάδα.
Τα πρωτογενή δεδομένα οικονομικών και επιχειρηματικών προσδοκιών χρησιμοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων (SMEUnited) για την κατασκευή των δεικτών ευρωπαϊκού οικονομικού κλίματος και είναι συγκρίσιμα με τα στοιχεία άλλων χωρών της ΕΕ.
Όπως και στις προηγούμενες έρευνες, έτσι και τώρα, υπάρχει μια σαφής καταγραφή των τάσεων του οικονομικού κλίματος καθώς και η παρακολούθηση των βασικών δεικτών λειτουργίας των μικρών επιχειρήσεων κατά το 1ο εξάμηνο του 2020, ενώ παράλληλα επιχειρείται οικονομική πρόβλεψη για το 2ο εξάμηνο του 2020.
Το μεγαλύτερο πλήγμα στις υπηρεσίες
Τις μεγαλύτερες αρνητικές επιπτώσεις τις έχει υποστεί ο τομέας των υπηρεσιών (82,5%), έναντι του εμπορίου (78,3%) και της μεταποίησης (75,8%). Σχετικά καλύτερα είναι τα ευρήματα για τις μεγαλύτερες με βάση τον κύκλο εργασιών και τον αριθμό εργαζομένων επιχειρήσεις έναντι των υπόλοιπων, καθώς τα ποσοστά των μεγαλύτερων επιχειρήσεων που δήλωσαν πως επιδεινώθηκε η οικονομική τους κατάσταση είναι χαμηλότερα κατά 7-10 ποσοστιαίες μονάδες έναντι των πιο μικρών επιχειρήσεων και των αυτοαπασχολούμενων.
Την καλύτερη εικόνα παρουσιάζουν οι νέες επιχειρήσεις (έως 5 χρόνια λειτουργίας) καθώς το 66,1% δήλωσε πως επιδεινώθηκε η κατάσταση του. Η σημαντική αυτή απόσταση σε σχέση με τις μεγαλύτερες σε ηλικία επιχειρήσεις πιθανότατα οφείλεται στην υπόθεση ότι οι επιχειρήσεις αυτές γεννήθηκαν σε μια περίοδο σχετικής σταθεροποίησης της ελληνικής οικονομίας (εξωτερικό περιβάλλον) χωρίς προϋπάρχουσες υποχρεώσεις (εσωτερικό περιβάλλον) και με μεγαλύτερες δυνατότητες ενσωμάτωσης νέων τεχνολογιών στην δραστηριότητα τους.
Τις χειρότερες επιδόσεις παρουσιάζουν οι υπηρεσίες (84,1%), έναντι του εμπορίου (79%) και της μεταποίησης (77,3%). Οι μεγαλύτερες με βάση τον τζίρο επιχειρήσεις παρουσιάζουν μικρότερη επιδείνωση (κατά περίπου 10 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με τις μικρότερες επιχειρήσεις. Σημαντικά χειρότερα είναι τα ευρήματα για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην γεωγραφική περιοχή Νησιά Αιγαίου-Κρήτης σε σχέση με την υπόλοιπη Ελλάδα καθώς 9 στις 10 επιχειρήσεις (91,7%) της συγκεκριμένης γεωγραφικής περιοχής κατέγραψαν μείωση του κύκλου εργασιών. Από την άλλη μεριά την καλύτερη εικόνα παρουσιάζουν οι νέες επιχειρήσεις (έως 5 χρόνια λειτουργίας) καθώς το 67,9% δήλωσε πως μειώθηκε ο τζίρος του.
Όσον αφορά την ζήτηση το 75,1% δήλωσε πως κατά το προηγούμενο εξάμηνο μειώθηκε έναντι μόλις του 7,6% που δήλωσε πως αυξήθηκε και του 10,8% που δήλωσε πως παρέμεινε αμετάβλητη.
Λιγότερες οι παραγγελίες στο εμπόριο
Σχετικά με τις παραγγελίες το 75,1% δήλωσε πως κατά το προηγούμενο εξάμηνο μειώθηκαν έναντι μόλις του 5,5% που δήλωσε πως αυξήθηκαν και του 15,2% που δήλωσε πως παρέμειναν αμετάβλητες. Την μεγαλύτερη επιδείνωση καταγράφει ο τομέας του εμπορίου (77,3%) έναντι των υπηρεσιών (74,4%) και της μεταποίησης (73,2%).
Χαμηλότερη μείωση κατά 6-11 ποσοστιαίες μονάδες καταγράφουν οι μεγαλύτερες με βάση τον τζίρο επιχειρήσεις (69,5% – επιχειρήσεις με τζίρο πάνω από 300.000 €) έναντι των μικρότερων επιχειρήσεων και των αυτοαπασχολούμενων.
Οι τιμές των προϊόντων/υπηρεσιών παρουσιάζουν κάμψη καθώς το 35,2% δήλωσε πως μείωσε τις τιμές, έναντι μόλις 4,5% που δήλωσε πως τις αύξησε και το 58,9% που δήλωσε πως οι τιμές παρέμειναν αμετάβλητες. Τα στοιχεία αυτά σε συνδυασμό με την μειωμένη ζήτηση αντανακλώνται στον αρνητικό πληθωρισμό -1,8% και στην αρνητική συνολική καταναλωτική δαπάνη -10,1% .
Ως προς την ρευστότητα των επιχειρήσεων καταγράφεται σοβαρή πτώση, ενώ σε επενδύσεις προχώρησε μόνο το 8,7% των επιχειρήσεων έναντι 14,9% του αντίστοιχου περσινού διαστήματος. Οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα της μεταποίησης καταγράφουν την καλύτερη επίδοση στις επενδύσεις (12,4%) έναντι των υπηρεσιών (7,8%) και του εμπορίου (7,3%).