Τον περασμένο Μάρτιο η χώρα μας βρέθηκε για πρώτη φορά αντιμέτωπη με ένα γενικευμένο Lockdown το οποίο είχε συνέπειες στην καθημερινότητά μας, στην οικονομία, στην κοινωνία, ακόμη και στη ψυχολογία μας.
Στο τέλος αυτής της περιπέτειας η Ελλάδα έβγαινε με ενισχυμένο το προφίλ της παγκοσμίως ως προς την διαχείριση του κορωνοϊού και πέραν αυτού με ένα σημαντικό πλεονέκτημα σε σχέση με άλλες χώρες ανά τον κόσμο που βρέθηκαν προ της ανεξέλεγκτης διασποράς του covid-19.
Θα περίμενε κανείς αυτό το πλεονέκτημα που ήταν απόρροια των θυσιών που αναγκάστηκαν να κάνουν οι Έλληνες ώστε να μην φτάσουμε στο δραματικό σημείο της υπερφόρτωσης του δημοσίου συστήματος υγείας, ότι θα γινόταν αφετηρία για τη δημιουργία μιας εθνικής γραμμής διαχείρισης της πανδημίας που θα οδηγούσε τη χώρα συντονισμένα στα επόμενα βήματα.
Σήμερα, μήνα Νοέμβριο, η χώρα επιστρέφει στο lockdown.
Τι έγινε και η επιτυχία της περασμένης άνοιξης κατέληξε σε νέο «εγκλεισμό και μάλιστα ενώ γνωρίζαμε ότι το φθινόπωρο που ακολουθεί ο ιός θα μας θέσει με βεβαιότητα σε νέα δοκιμασία;
Ποιος άνοιξε την πόρτα στον κορωνοϊό τον οποίο καταφέραμε να αφήσουμε έξω από αυτήν στην πρώτη μεγάλη αναμέτρηση μαζί του; Μια πρόχειρη αναδρομή στους προηγούμενους μήνες μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η τακτική «βλέποντας και κάνοντας» που ακολούθησε η κυβέρνηση, όχι μόνο δεν απέδωσε αλλά αποδείχθηκε επικίνδυνο πείραμα, όπως επικίνδυνο είναι οτιδήποτε αφορά τη δημόσια υγεία και δεν βασίζεται σε ένα συνολικό εθνικό σχεδιασμό, αλλά σε αποσπασματικά μέτρα που ακολουθούν τις εξελίξεις.
Το χρονικό διάστημα που ακολούθησε το πρώτο lockdown ζήσαμε στη χώρα μας τα εξής:
- Το άνευ σχεδιασμού και όρων άνοιγμα των συνόρων και μάλιστα χωρίς τεστ εν αρχή ούτε στα χερσαία σύνορα ούτε στα αεροδρόμια .
- Την έλλειψη στοχευμένων τεστ παντού ώστε να έχουμε γνώση του αριθμού των κρουσμάτων και του ελέγχου της διασποράς
- Τον απίστευτο συνωστισμό στα μέσα μαζικής μεταφοράς
- Την έναρξη της σχολικής χρονιάς με 27 μαθητές ανά τμήμα, στοιβαγμένους σε μικρές αίθουσες ή σε λεωφορεία που εκτελούν το έργο της μεταφοράς μαθητών
- Την αδράνεια για την αντιμετώπιση της διασποράς σε κλειστές δομές μεταναστών και κοινωνικής φροντίδας
- Την απαράδεκτη συμπεριφορά μεγάλου μέρους του πληθυσμού που αγνοούσε επιδεικτικά τις όποιες οδηγίες αλλά και την αδυναμία ελέγχου και απομόνωσης όσων παραβίαζαν τα μέτρα προστασίας του κοινωνικού συνόλου
- Την διγλωσσία μεταξύ κυβέρνησης και επιστημόνων ή και κυβερνητικών παραγόντων μεταξύ τους, ακόμη και για το ίδιο το lockdown
- Την καθυστέρηση στην ενεργοποίηση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας
Σε ό,τι αφορά τη λειτουργία του Εθνικού Συστήματος Υγείας αν και ενδυναμώθηκε σαφέστατα με προσλήψεις και αύξηση του αριθμού των κλινών ΜΕΘ, εντούτοις θα έπρεπε να τύχει περαιτέρω ενίσχυσης και στελέχωσης, ενώ θα έπρεπε να είχαν δημιουργηθεί περιφερειακές δομές υγείας (σε μικρά υπάρχοντα περιφερειακά νοσοκομεία ή δευτεροβάθμια) που θα δέχονταν ασθενείς πάσχοντες από covid-19 που θα χρειάζονταν νοσηλεία, έτσι ώστε στα τριτοβάθμια νοσοκομεία να καταλήγουν μόνο όσοι εκ των ασθενών θα έπρεπε να νοσηλευτούν σε ΜΕΘ.
Ο κατάλογος των παραλήψεων είναι μακρύς. Αυτή την ώρα αυτό που προέχει είναι η μάχη κατά του κορωνοϊού την οποία οφείλουμε να δώσουμε από κοινού, όλες οι πολιτικές δυνάμεις, όλοι οι φορείς, όλοι οι επιστήμονες, όλοι οι πολίτες.
Στο τέλος αυτής της καραντίνας όμως οι επιπτώσεις στην υγεία, στη ψυχολογία, στην κοινωνία, στις επιχειρήσεις και στους εργαζόμενους θα είναι μεγάλες με μακροπρόθεσμες συνέπειες καθώς έρχονται να προστεθούν σωρευτικά στο ήδη επιβαρυμένο περιβάλλον από τον κορωνοϊό και την προηγούμενη καραντίνα.
Απαιτούνται από τώρα επιπλέον γενναία και εξειδικευμένα μέτρα στήριξης όσων πλήττονται καίρια από την πανδημία, αλλά και επιπλέον μέτρα ενίσχυσης του ΕΣΥ ώστε να ανταπεξέλθει στις υγειονομικές πιέσεις.
Και τέλος, υπάρχει ακόμη χρόνος για ένα εθνικό σχέδιο στρατηγικής αντιμετώπισης της κατάστασης, για πλήρη καταγραφή των δεδομένων και σχεδιασμό που να μην ακολουθεί τα γεγονότα αλλά να τα προλαμβάνει. Μόνο έτσι θα νικήσουμε πραγματικά και όχι πλασματικά τον ιό και θα μείνει όρθια η οικονομία και η κοινωνία.