Του Γιώργου Ηλιόπουλου
Στο 60% έφθασαν φέτος οι μηδενικές Δηλώσεις Συγκομιδής οινοστάφυλων στη Δυτική Ελλάδα για το 2020, παρότι η περιοχή χαρακτηρίζεται από τις πιο παραγωγικές της χώρας. Η εικόνα δημιουργεί προβληματισμό, μιας και προκύπτει σημαντική αναντιστοιχία μεταξύ παραγωγής και τελικού προϊόντος. Πρόκειται για χρόνιο πρόβλημα της ελληνικής αμπελουργίας, δηλαδή η «απροθυμία» υποβολής Δηλώσεων Συγκομιδής η οποία αποκαλύφθηκε από τη βάση των δεδομένων του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης τα οποία επεξεργάστηκε ο Κλαδικός Εθνικός Αγροτικός Συνεταιρισμός Αμπελοοινικών Προϊόντων (ΚΕΟΣΟΕ), που αποτελεί σε ανώτατο επίπεδο τον φορέα της συλλογικής εκπροσώπησης των συνεταιρισμένων Ελλήνων αμπελουργών και των οινοποιητικών συνεταιρισμών.
Η γενική εικόνα που απορρέει από τα στοιχεία των Δηλώσεων Συγκομιδής είναι ότι δεν υπάρχουν στοιχεία παραγωγής σταφυλιών για το 55% των εκτάσεων που εμφανίζονται στο Αμπελουργικό Μητρώο. Δεν είναι όμως η πρώτη φορά που καταγράφεται τέτοια αναντιστοιχία, καθώς πρόκειται για φαινόμενο που που είναι διαχρονικά σχεδόν αμετάβλητο.
Φέτος όμως εντάθηκε και η εξήγηση που δίνεται μόνο αισιοδοξία δεν προκαλεί.
Η πιθανή εξήγηση είναι ότι τα προηγούμενα χρόνια υπήρξαν πάρα πολλές περιπτώσεις εγγραφών αμπελοτεμαχίων στο Αμπελουργικό Μητρώο εκτάσεων, όμως στην πορεία κάποιοι εγκατέλειψαν τις εκτάσεις τους για διάφορους λόγους. Η οικονομική κρίση είναι ένας από αυτούς και κυρίως η έλλειψη ρευστού, αμέσως μετά και την εμφάνιση της πανδημίας. Έτσι μετά την εγκατάλειψη των εκτάσεων αυτών οι ιδιοκτήτες έχασαν το δικαίωμα αναδιάρθρωσης και το κυριότερο της παραγωγής.
«Από το σύνολο όσων δεν δήλωσαν την παραγωγής τους, εκτιμούμε ότι ένα ποσοστό 30% οφείλεται στο γεγονός ότι οι τιμές στα προιόντα κατακρημνίστηκαν το 2020 και δεν θα συνεχίσουν την παραγωγή τους οι ιδιοκτήτες των εκτάσεων. Ο Ροδίτης για παράδειγμα, μια ποικιλία παραγωγική στην περιοχή μας, από τα 28 λεπτά το κιλό το 2018 έπεσε στα 23 λεπτά το κιλό το 2019 και στα 12 με 15 λεπτά το κιλό το 2020. Η ζημιά είναι τεράστια για τους αμπελλοκαλλιεργητές» τονίζει ο κ. Γιώργος Βεσκούκης, Πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Δυτικής Αχαΐας. Μάλιστα εκτιμάται ότι αρκετοί αμπελοκαλλιεργητές δεν προχώρησαν στη δήλωση επειδή σκέφτονται να αλλάξουν προσανατολισμό και να στραφούν σε άλλα προϊόντα και άλλα προιόντα.
Από την άλλη βέβαια δεν είναι και λίγοι εκείνοι που πωλούν την καλλιέργειά τους χωρίς παραστατικό, θέλοντας να εισπράξουν άμεσα ζεστό χρήμα. Πάντως το ζητούμενο είναι ποιο είναι το ποσοστό αυτών των εκτάσεων και ποιο είναι το ποσοστό του ενεργού ελληνικού αμπελώνα.
Ειδικότερα, το 2020 υποβλήθηκαν Δηλώσεις Συγκομιδής για 284.194,40 στρέμματα, σε σύνολο 631.807 στρεμμάτων (απογραφή 2018/19), από τα οποία συγκομίστηκαν 265.168,5 τόνοι οινοποιήσιμων σταφυλιών, γεγονός που παραπέμπει σε παραγωγή οίνου το περασμένο φθινόπωρο κάτω των 2.000.000 εκατόλιτρων, επιβεβαιώνοντας τη φθίνουσα πορεία των παραγωγικών μεγεθών του κλάδου.
Εντύπωση φέτος προκαλεί, ο υψηλός αριθμός των μηδενικών Δηλώσεων Συγκομιδής. Κάτι που δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από καταστροφικά κλιματικά φαινόμενα. Παρατηρητές του κλάδου απέδιδαν τη μηδενική Δήλωση Συγκομιδής στο ενδεχόμενο ότι πρόκειται για έναν απαραίτητο όρο για την επιλεξιμότητα ορισμένων αιτούντων στα προγράμματα αναδιάρθρωσης και στην υπαγωγή τους στο μέτρο του Πράσινου Τρύγου. Εκτός των άλλων επιβεβαιώνει την προέλευση των σταφυλιών και αποτελεί «φρένο» στις παράνομες εισαγωγές.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΚΕΟΣΟΕ, στη Δυτική Ελλάδα δεν υποβλήθηκαν Δηλώσεις Συγκομιδής για το 60,88% των εκτάσεων… Οι πιο συνεπείς εμφανίζονται οι παραγωγοί του νομού Φλώρινας όπου εκεί μόνο στο 4,45% των εκτάσεων του νομού δεν υπεβλήθησαν δηλώσεις. Οι υπόλοιποι νομοί της χώρας που εμφανίστηκαν επίσης «απρόθυμοι» να υποβάλουν δηλώσεις και μάλιστα κινούνται σε διψήφια ποσοστά, είναι τα Ιόνια Νησιά όπου για το 87,11% των εκτάσεων δεν υποβλήθηκε Δήλωση Συγκομιδής, η Περιφέρειας Κρήτης σε ποσοστό 72,36% , η Αττική 65,6%, η Δυτική Ελλάδος 60,88%, ο Νομός Αιγαίου 57,87%.
Η ασυνέπεια αυτή των παραγωγών να μη προχωρήσουν σε Δηλώσεις Συγκομιδής εγείρει σοβαρά ερωτήματα και με πιο ουσιαστικό αυτό που αφορά το ποια είναι η πραγματική έκταση του ενεργού αμπελώνα στη χώρα μας. Επί της ουσίας, ποια είναι η αμπελοκαλλιέργεια στην περιοχή μας και ποια τα όρια της;
Tο βάρος πλέον πέφτει στη Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας που θα κληθεί να αποτυπώσει την πραγματική διάσταση της αμπελοκαλλιέργειας στην περιοχή μας. Η συμβολή τους στην κατεύθυνση ελέγχου των «ανενεργών» εκτάσεων θα ήταν καθοριστική, προκειμένου να αποκαλυφθεί η διάσταση του προβλήματος και να ασκηθούν αναπτυξιακές πολιτικές, γι αυτούς που ασχολούνται σε επαγγελματικό επίπεδο με την αμπελουργία.
Η διάσταση αυτή είναι απαραίτητο να διερευνηθεί και για έναν επιπρόσθετο λόγο: για να ληφθούν πολιτικές αποφάσεις αφού η έκταση του ελληνικού αμπελώνα και η παραγωγή του, αποτελούν τα κύρια μεγέθη, βάσει των οποίων υπολογίζεται στις Βρυξέλλες το ύψος του προϋπολογισμού του ελληνικού Προγράμματος Στήριξης (Εθνικού Φακέλου), που ανέρχεται σήμερα στα 23 εκ. €. Εάν δεν υπάρξει σήμερα κινητοποίηση του κρατικού μηχανισμού στην κατεύθυνση «αποκατάστασης» των ενεργών εκτάσεων, αύριο θα βρεθούμε προ δυσάρεστων εκπλήξεων, αφού όπως προβλέπουν οι ενωσιακές διατάξεις, οι εκτάσεις για τις οποίες δεν έχουν υποβληθεί Δηλώσεις Συγκομιδής για μία 5ετία, θεωρούνται εγκαταλελειμμένες και δεν συμμετέχουν στα προβλεπόμενα μέτρα των κανονισμών της ΕΕ. Που σημαίνει ότι θα χαθούν εκατομμύρια για την ενίσχυση των αμπελοκαλλιεργητών σε μια περίοδο μάλιστα κρίσιμη για την ελληνική οικονομία και παραγωγή, που παλεύει μέσα στην πανδημία να σταθεί και πάλι όρθια.