Ο Άκης Τσοχατζόπουλος, ο οποίος αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας και νοσηλευόταν σε ιδιωτικό νοσηλευτήριο του Πειραιά, πέθανε σε ηλικία 82 ετών από πολυοργανική ανεπάρκεια.
Ο Απόστολος-Αθανάσιος (Άκης) Τσοχατζόπουλος γεννήθηκε στις 19 Δεκεμβρίου του 1939 και έζησε τα παιδικά του χρόνια στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε Πολιτικός Μηχανικός και Οικονομολόγος Μηχανικός, με μεταπτυχιακό στο Μόναχο.
Υπήρξε ιδρυτικό μέλος του ΠΑΣΟΚ και στενός συνεργάτης του Ανδρέα Παπανδρέου, συμμετέχοντας σε όλες τις κυβερνήσεις του.
Το 1968 κατά τη διάρκεια της απριλιανής δικτατορίας, ανέπτυξε αντιδικτατορική δραστηριότητα, εντάχθηκε στο ΠΑΚ και από το 1972, υπήρξε μέλος του Εθνικού Συμβουλίου του. Λόγω της δράσης του το δικτατορικό καθεστώς του αφαίρεσε την ελληνική ιθαγένεια.
Το 1974, υπήρξε ιδρυτικό στέλεχος του ΠΑΣΟΚ και μέλος του Εκτελεστικού Γραφείου του Κινήματος. Το διάστημα 1975-1981, διατηρούσε γραφείο Μελετών και Επιβλέψεων.
Συμμετείχε σε όλες τις κυβερνήσεις του Ανδρέα Παπανδρέου από τον Οκτώβριο του 1981, όταν ανέλαβε υπουργός Δημοσίων Έργων, με εξαίρεση την περίοδο που διετέλεσε γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής, ιδιότητα ασυμβίβαστη με το αξίωμα του υπουργού. Επίσης διετέλεσε υπουργός Παρά τω Πρωθυπουργώ, Εργασίας, Προεδρίας, Εσωτερικών, Δημόσιας Τάξης, Μεταφορών & Επικοινωνιών, Εθνικής Άμυνας και Ανάπτυξης.
Τον Οκτώβριο του 1981, εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής με το ψηφοδέλτιο Επικρατείας του Κινήματος, ενώ από το 1985 έως το 2004 διετέλεσε βουλευτής Α’ Θεσσαλονίκης.
Στις 8 Αυγούστου 1989, εξελέγη τακτικό μέλος του νέου Εκτελεστικού Γραφείου του ΠΑΣΟΚ, ενώ από τις 5 Οκτωβρίου μετείχε στο Πολιτικό Συμβούλιο της Δημοκρατικής Συμπαράταξης. Στις 24 Σεπτεμβρίου 1990, στο 2ο Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, επανεξελέγη μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος.
Την 1η Νοεμβρίου 1990, εξελέγη γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΠΑΣΟΚ (αξίωμα που καθιερώθηκε για πρώτη φορά μετά το 2ο Συνέδριο του κόμματος) με 71 ψήφους, έναντι 40 του Παρασκευά Αυγερινού που αυτοπροτάθηκε ως υποψήφιος.
Στις 19 Σεπτεμβρίου 1991, εκπροσώπησε τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ στη συνεδρίαση του προεδρείου της Σοσιαλιστικής Διεθνούς που πραγματοποιήθηκε στο Βερολίνο.
Στις 17 Απριλίου 1994, στο 3ο Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, επανεξελέγη μέλος της Κεντρικής Επιτροπής και στις 14 Μαΐου, αφού προηγουμένως είχε προταθεί από τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, Ανδρέα Παπανδρέου, επανεξελέγη γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του Κινήματος με 103 ψήφους, επί 148 ψηφισάντων, έναντι δεκατριών του Δημήτρη Τσοβόλα ο οποίος αυτοπροτάθηκε.
Στις αρχές Μαρτίου 1995, στη σύνοδο της Βαρκελώνης εξελέγη αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος και επανεξελέγη τον Ιούνιο της 1997.
Με τον ανασχηματισμό της 15ης Σεπτεμβρίου 1995, αποχώρησε από γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΠΑΣΟΚ και επανήλθε στην κυβέρνηση, αναλαμβάνοντας το νεοσυσταθέν υπουργείο Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, το οποίο προήλθε από τη συγχώνευση των υπουργείων Εσωτερικών και Προεδρίας. Στις 11 Οκτωβρίου του 1995, επανεξελέγη μέλος (πρώτος με 100 ψήφους) του Εκτελεστικού Γραφείου (ΕΓ) του ΠΑΣΟΚ και την επομένη ορίστηκε μέλος της Πολιτικής Γραμματείας. Τον Οκτώβριο του 1995, υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Ομίλου «Γιώργος Γεννηματάς».
Από τον Νοέμβριο του 1995, για διάστημα περίπου δυόμισι μηνών, αναπλήρωσε τον πρωθυπουργό Ανδρέα Παπανδρέου ο οποίος νοσηλευόταν με σοβαρά προβλήματα υγείας στο Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο. Με την ιδιότητα του αναπληρωτή πρωθυπουργού εκπροσώπησε τη χώρα μας στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στη Μαδρίτη (15- 16 Δεκεμβρίου).
Στις 18 Ιανουαρίου 1996, μετά την αποχώρηση του Ανδρέα Παπανδρέου, διεκδίκησε το αξίωμα του πρωθυπουργού στη σχετική ψηφοφορία που διεξήχθη από την ΚΟ του ΠΑΣΟΚ, αλλά ενώ κατάφερε να υπερισχύσει στον πρώτο γύρο, με 53 ψήφους έναντι 50 του Γεράσιμου Αρσένη που ευνοείτο από τα προγνωστικά, στον δεύτερο γύρο συγκέντρωσε, επί συνόλου 167 βουλευτών, 75 ψήφους και ηττήθηκε από τον Κώστα Σημίτη που κέρδισε την ψήφο 86 βουλευτών, ενώ υπήρξαν και 6 λευκά ψηφοδέλτια.
Στις 30 Ιουνίου 1996, μετά το θάνατο του Ανδρέα Παπανδρέου, διεκδίκησε την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ στο 4ο Συνέδριο του Κινήματος, αλλά συγκέντρωσε 2324 ψήφους και ηττήθηκε πάλι από τον Κώστα Σημίτη, ο οποίος με 2732 ψήφους ανακηρύχτηκε πρόεδρος του κόμματος. Στις 5 Ιουλίου του ιδίου χρόνου, επανεξελέγη μέλος του ΕΓ και στις 10 Ιουλίου, ορίστηκε μέλος της 7μελούς Πολιτικής Γραμματείας του Κινήματος.
Στις 21 Μαρτίου 1999, στο 5ο Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, επανεξελέγη -πρώτος με 3.230 ψήφους- μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος και στις 29 του ίδιου μήνα, μέλος του Εκτελεστικού Γραφείου.
Στις 14 Οκτωβρίου του 2001, στο 6ο Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, εξελέγη εκ νέου μέλος της ΚΕ και στις 22 του ιδίου μηνός, επανεξελέγη μέλος του Εκτελεστικού Γραφείου. Τον ίδιο μήνα (Οκτώβριος 2001) δημοσίευσε τα βιβλία «Η κοινωνία της αλληλεγγύης» και «Τετράδιο πολιτικής σκέψης».
Στις 3 Ιουλίου του 2003, παραιτήθηκε από το Εκτελεστικό Γραφείο του κόμματος, μετά την απόφαση του πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη να υπάρχει ασυμβίβαστο μεταξύ μέλους της κυβέρνησης και μέλους του ΕΓ.
Στις 7 Ιουνίου 2010 ανεστάλη η κομματική του ιδιότητα από την Επιτροπή Διαφάνειας του ΠΑΣΟΚ, επειδή κρίθηκαν ανεπαρκείς οι εξηγήσεις που έδωσε σχετικά με τα περιουσιακά του στοιχεία και τη σχέση του με υπεράκτιες εταιρείες.
Στις 28 Απριλίου 2011, ύστερα από πρόταση που είχαν καταθέσει 112 βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, παραπέμφθηκε σε προανακριτική επιτροπή της Βουλής (με ψήφους 226 υπέρ και 9 κατά, ενώ απείχαν οι 15 βουλευτές του ΛΑΟΣ και 5 της Δημοκρατικής Συμμαχίας), η οποία ανέλαβε να διερευνήσει τυχόν ευθύνες του στην υπόθεση των προβληματικών υποβρυχίων.
Την 1η Ιουλίου 2011, ύστερα από μυστική ψηφοφορία της Ολομέλειας της Βουλής, ασκήθηκε ποινική δίωξη εναντίον του με ευρεία πλειοψηφία και παραπέμφθηκε στο Δικαστικό Συμβούλιο για τα αδικήματα της παθητικής δωροδοκίας και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα.
Στις 11 Απριλίου του 2012, συνελήφθη για τα ίδια αδικήματα, αλλά και φορολογικές παραβάσεις και στις 16 του ιδίου μήνα, κρίθηκε προφυλακιστέος και στις 17 οδηγήθηκε στις φυλακές Κορυδαλλού.
Στις 16 Μαΐου, παραπέμφθηκε σε δίκη ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων με την κατηγορία της ανακριβούς δήλωσης «πόθεν έσχες» για το έτος 2010, που αφορά τη χρήση του 2009.
Στις 8 Μαρτίου του 2013, καταδικάστηκε σε κάθειρξη οκτώ ετών, χρηματικό πρόστιμο 520 χιλιάδων ευρώ και δήμευση του ακινήτου της οδού Διονυσίου Αρεοπαγίτου με την κατηγορία των ελλιπών και ανακριβών δηλώσεων «πόθεν έσχες». Για την ίδια υπόθεση δικάστηκε σε δεύτερο βαθμό τον Απρίλιο του 2014 από το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημένων και η ποινή του μειώθηκε σε φυλάκιση πεντέμισι ετών και χρηματικό πρόστιμο 210 χιλιάδων ευρώ, ενώ επικυρώθηκε η δήμευση του επίμαχου ακινήτου.
Στις 7 Οκτωβρίου 2013, καταδικάστηκε από Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων σε ποινή κάθειρξης 20 ετών χωρίς ελαφρυντικά για την υπόθεση παράνομων αμοιβών από εξοπλιστικά προγράμματα. Το δικαστήριο τον έκρινε ένοχο για ξέπλυμα βρόμικου χρήματος κατ’ επάγγελμα και για παθητική δωροδοκία.
Στις 30 Οκτωβρίου 2017, το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων μείωσε κατά ένα χρόνο την ποινή του (κάθειρξη 19 ετών) χωρίς να του αναγνωρίσει και πάλι κανένα ελαφρυντικό. Επίσης το δικαστήριο διέταξε τη δέσμευση της περιουσίας του και επιδίκασε αποζημίωση του Δημοσίου με ποσό 1.000.000 ευρώ.
Τον Ιούλιο του 2018, αποφυλακίστηκε, επικαλούμενους προβλήματα υγείας.
Ήταν παντρεμένος με την Βίκη Σταμάτη με την οποία απέκτησε έναν γιο, ενώ από τον πρώτο του γάμο είχε έναν γιο και μια κόρη.