Σε απόγνωση είναι οι παραγωγοί εσπεριδοειδών στην Αιγιάλεια. Ο λόγος η χαμηλή παραγωγή, η πτώση των τιμών και η συνεχόμενη απαξία προς τα προϊόντα τους, την οποία επιφυλάσσουν οι αγορές.
Toυ Γιώργου Ηλιόπουλου
Κάποτε το λεμόνι ήταν ο «κίτρινος χρυσός» για την περιοχή και αποτελούσε σταθερό οικονομικό καταφύγιο για τους παραγωγούς. Τώρα επικρατεί ανασφάλεια αφού ελάχιστοι καταφέρνουν να τα βγάλουν πέρα. Μεγάλος ανταγωνιστής τα εσπεριδοειδή της Τουρκίας, τα οποία είναι χαμηλού κόστους αλλά χαμηλής και ανεξέλεγκτης ποιότητας. Οι αγορές φαίνεται ότι τα προτιμούν, λόγω της μειωμένης τιμής τους, όμως ο καταναλωτής στερείται εσπεριδοειδών υψηλού επιπέδου.
Μιλώντας στον «Σ.Ε.» ο Τριαντάφυλλος Λουκόπουλος, Πρόεδρος του Ανεξάρτητου Αγροτικού Συλλόγου Αιγιαλείας, αναφέρει ότι: «Πέρυσι φτάσαμε τους 20.000 τόνους μετά από πάρα πολλά χρόνια. Φέτος δε θα ξεπεράσουμε τους 12.000, γιατί λόγω καιρικών συνθηκών είναι μειωμένη η παραγωγή. Απο τη φετινή μειωμένη παραγωγή ελπίζαμε ότι θα πάρουμε κάτι παραπάνω από την τιμή και ότι θα έχει περισσότερη ζήτηση. Αυτό δεν έγινε, διότι κάθε χρόνο είμαστε θεατές στο ίδιο έργο. Βρίσκουμε μπροστά μας «τοίχο» όπως λεμόνια εισαγωγής από άλλες χώρες όπως η Τουρκία – η οποία είναι και το χειρότερο πρόβλημα, διότι έχει πολύ χαμηλά κοστολόγια». Ως προς τις συνθήκες που διαμορφώνονται πλέον στην αγορά, τονίζει ότι στις αρχές Σεπτέμβρη που ξεκινάει η εγχώρια παραγωγή, η Αιγιάλεια αντί να πρωτοστατεί σε αυτόν τον τομέα, βρίσκει μπροστά της όλα τα εισαγόμενα προϊόντα και αυτό έχει ως αποτέλεσμα να πωλούνται σε χαμηλές τιμές. Δεν είναι εκείνη που καθορίζει την παρτίδα αλλά ακολουθεί ουραγός. Το μεγάλο παράπονο των παραγωγών είναι ότι η υψηλή ποιότητα των προϊόντων τους δεν είναι αντίστοιχη των τιμών που θα έπρεπε να πουληθούν. Μέτρο σύγκρισης είναι εισαγόμενα προϊόντα, π.χ. από την Τουρκία τα οποία ωστόσο ποιοτικά είναι υποδεέστερα των ντόπιων. Και η αγορά αντί να τα παραγκωνίσει, ευνοεί την εισαγωγή τους και τη διανομή τους. Σε αυτό το παιχνίδι συμμετέχουν τόσο οι χονδρέμποροι όσο και οι μεγάλες αλυσίδες σούπερ-μάρκετ που στόχο έχουν να προσφέρουν υποτυπώδη προϊόντα για την κάλυψη των αναγκών, σε ανταγωνιστικές τιμές και χωρίς να ενδιαφέρονται για την ποιότητα. «Εμεις τι ζητάμε; Εμείς, όλα τα χρόνια έτσι και φέτος είχαμε στείλει σε όλους τους φορείς, βουλευτές, κόμματα μηνύματα με πολλούς τρόπους ζητώντας χέρι βοηθείας. Ανταπόκριση, μηδενική σχεδόν! Μετρημένοι μόνο δύο με τρεις βουλευτές φέτος της αντιπολίτευσης που θέλησαν να βοηθήσουν. Δεκτή η βοήθεια τους. Όσο για τους κυβερνώντες, δεν υπάρχει καμία βοήθεια» παρατηρεί ο κ. Λουκόπουλος. Η δικαιολογία που προβάλλει η ελληνική κυβέρνηση διαχρονικά είναι ότι δεν μπορεί να υπάρξει επέμβαση και περιορισμός στα εισαγόμενα φορτία, διότι κάτι τέτοιο προβλέπεται από διακρατικές συμφωνίες που έχουν προηγηθεί. «Διακρατική συμφωνία, δεν αντιλέγει κανείς, έχει κάνει η χώρα μας. Υπάρχουν ωστόσο άλλοι τόσοι τρόποι που μπορείς να ελέγξεις τα προϊόντα που μπαίνουν ή στα τελωνεία ή στη λαχαναγορά της κάθε πόλης. Εκεί υπάρχουν συνεργεία που μπορούν να ελέγξουν αν τα προϊόντα που έρχονται από τριτοκοσμικές χώρες είναι και κατάλληλα για τον καταναλωτή. Είμαστε σίγουροι πως δε θα τα βρουν κατάλληλα, ειδικά της Τουρκίας. Ζητάμε το απλό. Δεν είναι δυνατόν το Σεπτέμβρη-Οκτώβρη που ξεκινάει η εγχώρια παραγωγή – ανεξαρτήτως αν λέγεται λεμόνι – να βρίσκεις μπροστά σου ένα σωρό προϊόντα από άλλες χώρες εκτός από τη δική σου», αναφέρει ο κ. Λουκόπουλος. Τα προϊόντα αυτά μάλιστα βρίσκονται σε όλο το φάσμα της πώλησης: από σούπερ μάρκετ μέχρι και συνοικιακά μαγαζιά τα οποία προμηθεύονται τις παρτίδες από του χονδρεμπόρους της Λαχαναγοράς. «Τα βρίσκεις παντού! Την τιμή την καθορίζει η λαχαναγορά. Δεν την καθορίζει το μικρομάγαζο που θα πουλήσει 2-3 ευρώ. Την περασμένη εβδομάδα, τούρκικα λεμόνια στην αγορά της Θεσσαλονίκης αγοράστηκαν 50 και 60 λεπτά. Αυτό τι σημαίνει; Πόσο θα τα αγοράσουν εδώ στην Ελλάδα οι έμποροι τα εγχώρια; Δυστυχώς θα επιδιώξουν μια αντίστοιχη τιμή» παρατηρεί ο κ. Λουκόπουλος. Και συμπληρώνει ότι η υποχώρηση των τιμών οφείλεται όχι μόνο στα προϊόντα που εισάγονται από Τουρκία αλλά και άλλες χώρες και περιοχές όπως Αργεντινή, Νότια Αφρική και Ισραήλ. Ως προς την ποιότητα των προϊόντων της Αιγιάλειας ο κ. Λουκόπουλος αναφέρει ότι: «Η ποιότητα η δική μας και στην εμφάνιση και την οξύτητα δεν παίζεται. Όσον αφορά τα Τουρκικά, είναι σίγουρο πως είναι ραντισμένα τα περισσότερα με αμφιβόλου σκευάσματα. Πολλές φορές έχουν βρει Βουλγάρικα, μη εγκεκριμένα φυσικά από την ΕΕ, τα οποία τα διοχετεύουν στην αγορά χωρίς κανέναν έλεγχο. Τα ανακατεύουν και με δικά μας για να μπορέσουν να τα διώξουν. Εμείς δε ζητάμε να σταματήσουν τις εισαγωγές. Δεν μπορούν να το κάνουν αυτό – να τις λιγοστέψουν μπορούν, με τους παραπάνω τρόπους, με ελέγχους… Να τα γυρίσουν πίσω δηλαδή. Μια φορά είχε γίνει αυτό. Τα γυρίσανε πίσω και ορθοποδήσαμε κι εμείς» σημειώνει. Μάλιστα υποστηρίζει ότι η συγκεκριμένη παρτίδα ήταν ακατάλληλη και αυτός ήταν ο λόγος της επιστροφής τους. «Εγώ θεωρώ πως το 80% των τούρκικων, για να μην πω όλα, δεν πρέπει να έρχονται καθόλου. Εκεί το κοστολόγιο είναι πάρα πολύ μικρό. Η Τουρκία δεν είναι στην ΕΕ και συνεργάζεται περισσότερο με βουλγαρικές εταιρίες που τα σκευάσματά τους είναι όλα μη εγκεκριμένα. Αν γίνει ανάλυση, (εμάς μας κάνουν αναλύσεις πριν βγουν στην αγορά) θα βγουν ακατάλληλα. Πρέπει να γίνεται έλεγχος ή στο τελωνείο ή στη λαχαναγορά της κάθε πόλης και ειδικότερα Θεσσαλονίκης και Αθήνας που γίνεται και η μεγαλύτερη διακίνηση και να ζητάνε από εισαγωγείς πιστοποιητικό καταλληλόλητας και μετά να τα διοχετεύσουν στην αγορά» αναφέρει ο κ. Λουκόπουλος. Μάλιστα μέσω του «Σ.Ε.» προβαίνει και σε μια καίρια καταγγελία που αφορά την πρόσμιξη ελληνικών με τούρκικα λεμόνια για να πολλαπλασιάζεται το κέρδος των εμπόρων. Και αυτό διότι υπάρχει μεγάλη μερίδα καταναλωτών που συνειδητά αποφεύγουν τα εισαγόμενα προϊόντα και προτιμούν τα ελληνικά. Ο λόγος είναι ότι τα εγχώρια έχουν κατακτήσει ένα υψηλό επίπεδο ποιότητας στη συνείδηση του μέσου αγοραστή. «Υπάρχει ανάμειξη των πάντων, όχι μόνο των τούρκικων. Τα βαφτίζουν ελληνικά και τα σπρώχνουν στην αγορά. Γράφουν ελληνικά βέβαια απ΄’εξω. Αυτό είναι και δυσφήμιση του προϊόντος. Είναι κρίμα να οδηγούμαστε σε τέτοιες καταστάσεις» καταλήγει ο κ. Λουκόπουλος.
#pgnews
#ΑΓΡΟΤΙΚΑ