Άρθρο της αρχιτέκτονα-μηχανικού και αναπληρώτριας Γραμματέα Τουρισμού του Κινήματος Αλλαγής, Ολυμπίας Λόη:
«Το αυξημένο κόστος της βενζίνης και γενικά της μετακίνησης σε συνδυασμό με την εγγύτητα της Αχαΐας με την Αθήνα, καθώς και τα αποδεδειγμένα συγκριτικά πλεονεκτήματα της περιοχής μας, τα γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά της και εν δυνάμει ο αγροδιατροφικός τομέας που θα έπρεπε να βρίσκεται σε υψηλή προτεραιότητα, θα μπορούσαν να φέρουν την Αχαΐα στις πρώτες θέσεις των προτιμήσεων των επισκεπτών από Αθήνα. Αυτό όμως δεν συμβαίνει.
Τα διαθέσιμα επίσημα στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι, παρόλο που οι συνθήκες είναι αντίξοες, η Ελλάδα στον τομέα του τουρισμού αναμένεται να φτάσει τα αποτελέσματα του 2021 με αισιοδοξία για μία επιπλέον άνοδο περίπου 10%. Με την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία σαφώς υπήρξε ένα «πάγωμα» των κρατήσεων αλλά δεν υπήρξαν ακυρώσεις.
Η Αχαΐα έχει να αντιμετωπίσει δύο θέματα: το ένα αφορά τη ζημιά που θα υποστεί ο τοπικός τουρισμός από το ποσοστό των επισκεπτών που προέρχονται από τις χώρες που εμπλέκονται στη σύρραξη. Το δεύτερο αφορά την διαχρονική έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού σε θέματα διαχείρισης προορισμού.
Με εξαίρεση την Πάτρα όπου υπάρχει αστική έξοδος λόγω των εορτών, οι περιοδικές εξάρσεις συγκεκριμένων διήμερων (Χριστούγεννα, Πάσχα κλπ.) που αφορούν κυρίως τον εσωτερικό τουρισμό δεν μπορούν και δεν αποτελούν λύση.
Η Αχαΐα σήμερα βασίζεται κυρίως στον διερχόμενο τουρισμό χωρίς να μπορεί να προσελκύσει επισκέπτες. Φταίει η κακή διασύνδεση; Φταίει ο κακός προγραμματισμός; Φταίει η κακή ποιότητα παροχών;
Όλα τα παραπάνω μαζί αλληλοεπιδρούν διαχρονικά και βλάπτουν την τσέπη μας σε όλα τα επίπεδα: από το ταξιδιωτικό γραφείο και τον ξενοδόχο μέχρι τον εστιάτορα, τον αγρότη-παραγωγό και τον έμπορο. Γιατί η κοινωνία από τον τουρισμό έχει άμεσο οικονομικό αποτέλεσμα.
Υπάρχουν λύσεις; Πάντα υπάρχουν λύσεις όταν υπάρχει σχέδιο.
Το πρώτο βήμα είναι η καταγραφή και προτεραιοποίηση δηλαδή η απάντηση στο ερώτημα που θέλουμε να πάμε και ποιο είναι το προϊόν που θέλουμε να προωθήσουμε. Διότι αν δεν έχουμε ξεκάθαρες προτάσεις δεν πρόκειται να βρούμε χρηματοδοτήσεις για να τις υλοποιήσουμε.
Το δεύτερο βήμα είναι η ουσιαστική διαβούλευση με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς για την συνδιαμόρφωση του πλάνου και μετά η επιλογή των κατάλληλων ανθρώπων που θα το υλοποιήσουν.
Τώρα με την ευκαιρία που δίνεται στον τόπο με την εξάλειψη του προβλήματος της υπάρχουσας κακής οδικής σύνδεσης Πατρών -Πύργου, που αποτελεί τον πλέον ανασταλτικό παράγοντα επισκεψιμότητας, μας δίνεται η δυνατότητα να διεκδικήσουμε μερίδιο στον τουρισμό σε άλλη βάση, αξιοποιώντας το αεροδρόμιο του Αράξου.
Γιατί ο Άραξος δεν λειτουργεί όπως το Άκτιο και δεν μπορεί να είναι ανταγωνιστικό αεροδρόμιο;
Γιατί η Καλαμάτα αποτελεί προορισμό υψηλών προδιαγραφών;
Γιατί τα Μετέωρα έχουν περιπατητικό τουρισμό με οικοδιαδρομές και χαρτογραφημένα μονοπάτια;
Γιατί η Λακωνία απολαμβάνει την αγορά περιηγητικής ποδηλασίας από εισερχόμενο τουρισμό;
Και τέλος γιατί η Αχαΐα που έχει όλα τα συγκριτικά πλεονεκτήματα, δεν πρωταγωνιστεί;
Γιατί πολύ απλά μια στρατηγική (αν υπάρξει) που αρχίζει να υλοποιείται σήμερα θέλει χρόνο για να αποδώσει και να έχει μετρήσιμα αποτελέσματα. Στην περιοχή μας δεν έχουμε κατανοήσει ακόμα ότι στη διοίκηση υπάρχει συνέχεια. Για το λόγο αυτό αναλωνόμαστε σε φωτογραφήσεις σε ημερίδες που συχνά απουσιάζουν και οι άμεσα ενδιαφερόμενοι και διεκδικούμε σαν τα κοκόρια την «πατρότητα» όσων δράσεων καταφέρουν να έχουν ένα αποτέλεσμα έστω και μικρό.
Βλέπουμε λοιπόν μεμονωμένες καλές κινήσεις επιχειρηματιών που είναι καταδικασμένες, αφού δεν υποστηρίζονται.
Για παράδειγμα η εκπαίδευση στον τομέα του τουρισμού αποτελεί ένα κεφάλαιο που δεν έχουμε εκμεταλλευτεί. Πέρα από το Πανεπιστήμιο που από μόνο του είναι ένας πυλώνας, υπάρχουν ΙΕΚ στην περιοχή που δραστηριοποιούνται στην εκπαίδευση των ανθρώπων που θα εργαστούν στον τουρισμό. Όμως όλο αυτό το ανθρώπινο κεφάλαιο φεύγει για προορισμούς πιο τουριστικούς αφήνοντας τις τοπικές επιχειρήσεις απογυμνωμένες γεγονός που έχει συνέπειες στην ποιότητα των παροχών.
Ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα που καλούνται να αντιμετωπίσουν σήμερα οι επιχειρήσεις είναι το ενεργειακό κόστος στο οποίο δεν προβλέπεται να υπάρξει άμεση λύση. Άρα θα έπρεπε ήδη να υπάρχουν συντονισμένες κινήσεις όπως επιμορφωτικές ημερίδες με συμμετοχή αναπτυξιακών εταιρειών και των ΟΤΑ για την σωστή επιμόρφωση των επαγγελματιών και τη εύρεση εναλλακτικών λύσεων που θα μπορούσαν να ενταχθούν σε χρηματοδοτικά εργαλεία ώστε αυτή η αύξηση να μην περάσει μοιραία στον επισκέπτη είτε ως αύξηση τιμής, είτε στην πλειοψηφία των περιπτώσεων ως περικοπή στην ποιότητα των παροχών.»