Μια όμορφη και ζεστή εκδήλωση ήταν τη Δευτέρα 16/1 το απόγευμα η παρουσίαση του βιβλίου του Θανάση Κατή «Από τη λάμπα πετρελαίου στη λάμπα led» των εκδόσεων «Σύμβουλος». Σε μια γεμάτη αίθουσα στο φιλόξενο ξενοδοχείο “My Way” στην Πάτρα ομιλητές και συγγραφέας συγκίνησαν το κοινό μοχλεύοντας μνήμες από το παρελθόν του καθένα.
Γιατί το «αυτοβιογραφικό» βιβλίο του Θανάση Κατή «προσφέρει μια ξεχωριστή νοσταλγία για έναν τρόπο ζωής στον δικό του τόπο αλλά με μικρές διαφορές συνολικά στην περιφέρεια της χώρας μας τα τελευταία εξήντα χρόνια» όπως τόνισε στην αρχική παρουσίαση του βιβλίου ο εκδότης του Παναγιώτης Γιαλένιος επισημαίνοντας ότι «ταυτόχρονα ο Θανάσης Κατής προσφέρει και τις αποδείξεις για τις τεράστιες αλλαγές που έχουν υπάρξει στη χώρα μας σε λίγες σχετικά δεκαετίες. Αλλαγές σε ένα τρόπο ζωής που πριν τη δεκαετία του ’50 και για αιώνες ήταν περίπου ίδιος και επαναλαμβανόταν από γενιά σε γενιά»
«Τον και συγγραφέα πλέον Θανάση Κατή τον γνωρίζω εδώ και πολλές δεκαετίες» συνέχισε ο εκδότης του «Συμβούλου Επιχειρήσεων» « αρχικά μέσα από το εργασιακό του περιβάλλον, ως επικεφαλής της περιφερειακής δομής του τότε ΕΟΜΜΕΧ. Είχαμε και οι δύο αναφορά στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και για αυτό ήταν τακτικές οι συνευρέσεις μας και στην πορεία οι δημιουργικές συνεργασίες μας στο χώρο της χρήσιμης επιχειρηματικής ενημέρωσης, που κρατά μέχρι και σήμερα μέσα από τις στήλες του “Συμβούλου Επιχειρήσεων”.
Έχοντας όμως την τύχη να διαβάσω ολόκληρο το χειρόγραφο του (τότε) υπό έκδοση βιβλίου του Θανάση Κατή, αρχές του καλοκαιριού του 2021, ομολογώ ότι εκτός από την συγκίνηση που μου προκάλεσε, ανακάλυψα και έναν έναν άνθρωπο με σεβασμό στις ρίζες του και πρώτα από όλα στους γονείς του και στον γενέθλιο τόπο. Αυτονόητα πράγματα θα πει κάποιος, αλλά η ζωή αποδεικνύει ότι στην πράξη δεν είναι ακριβώς έτσι» κατέληξε ο εκδότης του «Συμβούλου Επιχειρήσεων»
Ομιλία Θανάση Κούστα
Για το βιβλίο και τα μηνύματά του μίλησε στη συνέχεια ο Θανάσης Κούστας , συγγραφέας και ο ίδιος. Αναφέρθηκε στις διαφορές μεταξύ της ζωής ενός παιδιού σε ένα ορεινό χωριό της Φωκίδας και ενός παιδιού στο αστικό περιβάλλον της Αθήνας την δεκαετία του 1960. Φέρνοντας παραδείγματα μέσα από το βιβλίο σε συνδυασμό με δικά του βιώματα αναδεικνύοντας εικόνες με ιστορίες οικογενειών στην δύσκολη εκείνη περίοδο.
Επίσης προέβαλε ένα σύντομο οδοιπορικό του συγγραφέα τονίζοντας ιδιαίτερα την αγροτικη ζωή των παιδικών του χρόνων, όπως περιγράφεται στο βιβλίο μέχρι την εισαγωγή στις νέες τεχνολογίες που είναι και ο τίτλος του βιβλίου. Τόνισε δε ιδιαίτερα πως ένα τέτοιο βιβλίο ίσως θα έπρεπε να διδάσκεται στα σχολεία.
Ομιλία Γιάννη Χαλάτση
Εγώ, απόψε γνώρισα δια ζώσης τον κ. Κατή, αλλά τον είχα γνωρίσει πριν έναν χρόνο μέσα από το βιβλίο του με τίτλο «Από τη λάμπα πετρελαίου στη λάμπα led» προσδιόρισε την αρχική σχέση του με τον συγγραφέα και το βιβλίο ο επόμενος ομιλητής ο επίσης συγγραφέας και διευθυντής της Παπαχαραλάμπειου Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου Γιάννης Χαλάτσης και συμπλήρωσε:
Ο τίτλος αυτός με τράβηξε για να το επιλέξω και διαβάζοντάς το ένιωσα ένα νήμα να με συνδέει αρμονικά με ιστορίες, περιστατικά, καθημερινές σκηνές από έναν κόσμο πιο απλό, πιο αγνό, πιο γνήσιο που δεν υπάρχει πια.
Στο βιβλίο αυτό ο Θανάσης Κατής αυτοβιογραφούμενος κατάφερε να περιγράψει την εποχή μιας ολόκληρης γενιάς ανθρώπων που μεγάλωσαν στην ελληνική ύπαιθρο. Της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς που δεν γνώρισε πόλεμο και που είδε την κατάσταση του κόσμου να βελτιώνεται όσο μεγάλωνε. Αναφέρεται στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα και στα πρώτα χρόνια του 21ου αιώνα.
Πρόκειται για ένα προσωπικό αφήγημα κατάθεσης ψυχής, που αναπλάθει μια μοναδική εποχή. Με ευκολοδιάβαστο κείμενο, ο συγγραφέας παραθέτει τις αναγκαίες λεπτομέρειες, χωρίς εξωραϊσμούς και υπερβολές και πετυχαίνει να φωτίσει έναν κόσμο που αγωνίζεται για την επιβίωσή του, έναν κόσμο που δεν αγωνίζεται για το πολύ αλλά για το αναγκαίο.
Μέσα από προσωπικά βιώματα της οικογένειας του, η οποία μοιραζόταν το χρόνο ζωής τους σε έναν παραλιακό και έναν ορεινό οικισμό της Δωρίδας, περιγράφει τον τόπο του, το φυσικό του περιβάλλον, ζωντανεύει τον αγώνα του πατέρα του κοντά στο κοπάδι, στη σπορά, στον θέρο, στο μάζεμα του καλαμποκιού, στο σκάψιμο της σταφίδας, στο μάζεμα της ελιάς, στην ενασχόλησή του στο ελαιοτριβείο, στην προμήθεια ξύλων από το κοντινό δάσος και σε όλη τη βιοπάλη για την επιβίωση της οικογένειάς του σε μια από τις πιο φτωχές περιοχές της Ελληνικής περιφέρειας.
Η μάνα του πάντα δίπλα στον άνδρα της στο χωράφι, στον κήπο, στα οικόσιτα που εξασφάλιζαν τη διατροφή της οικογένειας σε κρέας και αυγά και γενικά κοντά σε όλες τις αγροτικές δουλειές, παράλληλα με τις δουλειές του σπιτιού. Και, όταν εύρισκε λίγο χρόνο φρόντιζε να μετατρέπει το μαλλί από τα πρόβατα σε πλεκτά ρούχα και κλινοσκεπάσματα της οικογένειας και σε προίκα των κοριτσιών τους.
Με άλλα λόγια περιγράφει τον τρόπο γεωργικής παραγωγής με άλογα, όργωμα, θέρο, αλώνισμα τον οποίο γνωρίζουμε από την εποχή του Ησιόδου στο «Έργα και Ημέρες». Ο τρόπος αυτός παραγωγής, με μικρές και αργές βελτιώσεις μέσα στο χρόνο, κράτησε αιώνες, αλλά τελείωσε απότομα στις δεκαετίες του 1960 – 1970 με την σαρωτική είσοδο της μηχανής στη διαδικασία παραγωγής στην ελληνική ύπαιθρο.
Και ο μικρός Θανάσης έβλεπε, συμμετείχε, παρατηρούσε και αφομοίωνε εκείνο τον δύσκολο αλλά και όμορφο αγώνα των γονιών του και των συγχωριανών του. Αφού λοιπόν ο συγγραφέας βίωσε τις δυσκολίες και τις ομορφιές της παιδικής και μαθητικής ζωής στην ορεινή και πεδινή ζώνη της Δωρίδας, περιπλανήθηκε αναζητώντας μόρφωση και εργασία. Βίωσε δύσκολες καταστάσεις, όπως κάθε επαρχιωτόπουλο της εποχής εκείνης που αποφάσιζε να αναζητήσει ένα καλύτερο μέλλον στα αστικά κέντρα. Παρά τις δυσκολίες και τις αντιξοότητες, έχοντας μέσα του αξίες που πήρε από την οικογένειά του και το περιβάλλον του αλλά κυρίως και την στήριξη του πατέρα του, κατάφερε να σταθεί με επιτυχία και αξιοπρέπεια.
Μπαίνοντας στην πέμπτη δεκαετία της ηλικίας του βρέθηκε σε μια ακραία μεταβατική εποχή με την επέλαση της digital, της ψηφιακής εποχής. Οι περισσότεροι συνομήλικοι της γενιάς του δεν θέλησαν και δεν επιδίωξαν να μπουν στον κόπο να εξοικειωθούν με τη νέα τεχνολογία παρότι γνώριζαν ότι θα μείνουν στο περιθώριο τόσο στον επαγγελματικό τομέα όσο και σε αρκετές εκφάνσεις της ζωής. Ο Θανάσης Κατής, ως ανήσυχο πνεύμα και άτομο που αναζητούσε την καινοτομία δε δίστασε να θυσιάσει ατέλειωτες ώρες για να εξοικειωθεί με την ψηφιακή τεχνολογία την οποία αμέσως ενέταξε στη δουλειά του. Το δύσκολο αυτό κατόρθωμα για έναν μεσήλικα τον δικαίωσε πολυποίκιλα. Έκανε πολύ πιο εύκολη τη ζωή του και εκτόξευσε την επαγγελματική πορεία του. Θα επιμείνω λίγο σε αυτό, γιατί οι περισσότεροι της γενιάς μας, όταν έπρεπε να αναμετρηθούμε με την επερχόμενη νέα τεχνολογία αντί να επιμορφωθούμε και να εξοικειωθούμε για να μην βρεθούμε στο περιθώριο, συμβιβαστήκαμε με την ιδέα ότι «δεν είναι για μένα αυτά, ας τα μάθουν οι νεότεροι, εγώ σε λίγα χρόνια θα βγω στη σύνταξη και λοιπές δικαιολογίες». Όσοι όμως είδαν λίγο μακρύτερα, όπως ο κ. Κατής, ανάλωσαν ατέλειωτες ώρες να συνομιλούν σε περίεργη γλώσσα με τα …κουτιά των πρώτων ηλεκτρονικών υπολογιστών οι οποίοι στην αρχή έδιναν περισσότερες απογοητεύσεις παρά χαρές. Η επιμονή και υπομονή όμως δικαίωσε αυτούς που αγωνίστηκαν, αφού μέσα σε λίγα χρόνια η τεχνολογία άλλαξε τα πάντα και έκανε ευκολότερη τη ζωή μας και έδωσε πολλές δυνατότητες οργάνωσης και προγραμματισμού των επαγγελμάτων μας.
Το βιβλίο αυτό είναι καλοδουλεμένο με εξαιρετική γραφή, δομή και ροή και με το φωτογραφικό υλικό εποχής που δημιουργεί το ανάλογο κλίμα ώστε ο αναγνώστης να βιώσει τα συναισθήματα με τις γλυκόπικρες αναμνήσεις όλων όσοι έζησαν την εποχή αυτή.
Αν ο αναγνώστης είναι νεότερος αποκτά ξεχωριστή σημασία και εκπαιδευτική αξία, όχι τόσο με την έννοια της ιστορικής ενημέρωσης των νεότερων γενεών, αλλά με την ανάγκη του προβληματισμού όλων μας για τη δημιουργία συνθηκών μιας νέας αυτάρκειας στη χώρα μας» κατέληξε ο κ.Χαλάτσης.
Μήνυμα Νίκου Σαραφόπουλου
Στην εκδήλωση δεν μπόρεσε να μιλήσει λόγω ασθένειας ο συγγραφέας και ερευνητής Νίκος Σαραφόπουλος που σε σύντομο μήνυμά του τόνισε: το βιβλίο του Θανάση Κατή δεν είναι μόνο μια περιγραφή ενός περασμένου τρόπου ζωής και μόνο. Είναι ένας κρίκος με σημαντική εκπαιδευτική αξία όχι μόνο για τα παιδιά μας (άλλη μια αιτία συγγραφής του βιβλίου ήταν και η ανάγκη του συγγραφέα να γνωρίσουν και δικά του παιδιά όσα περιγράφει) αλλά και σε όσους καθορίζουν τη μοίρα μας. Που οφείλουν να κοιτούν τις αξίες του χθες για να μας οδηγούν σε ένα στέρεο αύριο. Για το οποίο βέβαια ο ίδιος ο συγγραφέας με τον επίλογό του δεν είναι απαισιόδοξος και αυτό οφείλουμε να το κρατήσουμε»
Ομιλία του συγγραφέα του βιβλίου Θανάση Κατή
Τέλος ο συγγραφέας με εμφανή συγκίνηση απάντησε σε δύο ερωτήματα που ό ίδιος έθεσε στο εαυτό του:
Αρχικά «Γιατί να γραφεί ένα τέτοιο βιβλίο;
Το ερώτημα γινόταν εντονότερο αφού η γραφή του θα γινόταν από ένα μη συγγραφέα και έναν άνθρωπο που ασχολείται με τις επιχειρήσεις κυρίως.
Οι αιτίες όπως αποδείχτηκε φαίνεται πως ήταν πολλές και κάποιες από αυτές με ώθησαν στο να προσπαθήσω και στον τομέα της συγγραφής.
Η πρώτη αιτία πηγαίνει 30 και πλέον χρόνια πίσω, όταν σε μια κουβέντα με τα παιδία μου και τους φίλους τους, προσπάθησα να τους περιγράψω τη δική μας ζωή στην αντίστοιχη ηλικία.
Όλα αυτά που τους περιέγραφα, ως τρόπο ζωής μας, θεωρούσαν ότι δεν μπορεί να συνέβαιναν και λίγο ως πολύ τους διηγούμουν ένα παραμύθι.
Ακόμα και όταν τους εξήγησα περισσότερο το πως ακριβώς ζούσαμε, μερικά χρόνια πριν, έβλεπα την αμφιβολία στα μάτια τους αφού τους ήταν αδύνατο και αδιανόητο να φανταστούν τη ζωή χωρίς τα αγαθά που γι’ αυτά ήταν αυτονόητα αλλά για μάς άπιαστο όνειρο στα πρώτα χρόνια της ζωής μας.
Η βασική αιτία όμως προέκυψε από τη διαπίστωσή μου ότι η γενιά των γονιών μας ήταν η τελευταία γενιά που έζησε τη ζωή της με αργές διαδικασίες και παρά τις κουραστικές εργασίες είχε χρόνο για να περάσει τις εμπειρίες της στην επόμενη γενιά μέσα από συζητήσεις και την εκπαίδευση των παιδιών τους στις δουλειές τους που θα αναλάμβαναν αργότερα.
Έτσι με την προφορική επικοινωνία πέρναγε η γνώση και εμπειρίες από γενιά σε γενιά μέχρι και τη γενιά των γονιών μας.
Επίσης φαινόταν καθαρά ότι παραγωγικές διαδικασίες που είχαν μεγαλώσει και θρέψει γενιές και γενιές πλέον, στη γενιά των γονιών μας και για τη δική μας περιοχή, χάνονταν οριστικά και βίαια αντικαθίσταντο από πλέον σύγχρονες παραγωγικές διαδικασίες σαφώς ευκολότερες για τη ζωή των κατοίκων της περιοχής.
Η σπορά με τα ζώα, ο θερισμός με το δρεπάνι, το αλώνισμα με τα άλογα, που ήταν διαδικασίες που περιγράφονταν και ίσχυαν από την εποχή του Ομήρου, τις βλέπαμε να χάνονται οριστικά από τη ζωή των κατοίκων της υπαίθρου και αυτό ήταν γεγονός που έπρεπε και πρέπει να αποτυπωθεί από πολλούς συγγραφείς και από διαφορετικές οπτικές γωνιές ώστε να παραμείνουν ως γραπτά κείμενα μιας και η ταχύτατη εξέλιξη της τεχνολογίας δημιουργούσε πλέον ασυνέχεια στην μέχρι τώρα μεταφορά των γνώσεων και παραδόσεων με τον προφορικό λόγο.
Παράλληλα ο απομονωτισμός που ο νέος τρόπος ζωής έφερε μαζί του έδειχνε ότι αν δεν υπάρχουν γραπτές παρουσιάσεις και αποτυπώσεις του τρόπου ζωής των προηγούμενων γενιών σε λίγο θα είχε χαθεί σημαντικό μέρος της ελληνικής παράδοσης.
Έχοντας κατά νου όλα τα παραπάνω αποφάσισα να αποτυπώσω και εγώ σε χαρτί τη ζωή της γενιάς των γονιών μου.
Θα ήταν όμως παράληψη και το έργο δεν θα ήταν ολοκληρωμένο αν δεν αποτύπωνα και την προσπάθεια της δικής μας γενιάς να προσαρμοστεί στα νέα τεχνολογικά δεδομένα που έχουν προκύψει από την εισβολή της ηλεκτρονικής τεχνολογίας, των υπολογιστών και σε λίγο του Internet που πλέον έχουν ανατρέψει τον τρόπο ζωής που είχαμε μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 70 και το μέσο της δεκαετίας του 80.
Η δική μας γενιά, έχοντας διανύσει μεγάλο μέρος της επαγγελματικής της σταδιοδρομίας με τις κλασικές μεθόδους και διεργασίες μέχρι τα μέσα του 80, κλήθηκε να αποφασίσει αν θα συνεχίσει να λειτουργεί και εργάζεται με τα μέχρι τότε μέσα που γνώριζε ή θα επανεκπαιδευόταν στα νέα δεδομένα της πληροφορικής ώστε να μετέχει, στο υπόλοιπο της επαγγελματικής της σταδιοδρομίας, στα νέα δεδομένα που έφερε η τεχνολογία των υπολογιστών.
Αυτή τη διαδικασία έχω περιγράψει στο δεύτερο μέρος του βιβλίου αφού εγώ ανήκα σε αυτούς που είδαν λίγο μακρύτερα και αποφάσισαν να γίνουν κάτοχοι των νέων τεχνολογιών και να μην παραμείνουμε θεατές των τεχνολογικών εξελίξεων.
Έχοντας ολοκληρώσει τα περιεχόμενα του βιβλίου ο τίτλος του «Από τη λάμπα πετρελαίου στη λάμπα Led» προκύψτε σχεδόν αυτόματα αφού ένας τέτοιος τίτλος συμπύκνωνε τα περιεχόμενα του βιβλίου.
Κι αυτό για τη δική μου γενιά και για όσους έχουν ζήσει στην ξεχασμένη από την πολιτεία επαρχία, η λάμπα πετρελαίου μας συνόδευε τα βράδια στο να ολοκληρώσουμε το διάβασμά μας για την επόμενη μέρα αλλά και ήταν το μοναδικό φως για να φωτίζει τα σπίτια μας τη νύχτα.
Αντίστοιχα η σημερινή μοντέρνα λάμπα led συμβολίζει το πέρασμα της γενιάς μας από τη λάμπα πετρελαίου στη σύγχρονη τεχνολογία των υπολογιστών και του internet και τις δυσκολίες και προκλήσεις για τη γενιά μας σε αυτή την νέα κατάσταση και προσαρμογή.
Έτσι όταν το βιβλίο κυκλοφόρησε ο τίτλος ήταν από τους πρώτους επαινετικούς σχολιασμούς που έλαβα.
Το δεύτερο ερώτημα που κλήθηκα να απαντήσω ήταν: Γιατί αυτοβιογραφία;
Στο σχεδιασμό της γραφής του βιβλίου είχα αποφασίσει ότι το βιβλίο θα πρέπει να έχει μόνο πραγματικά δεδομένα με αποκλεισμό των κάθε είδους ωραιοποιήσεων και μυθοπλασιών αφού στόχος μου ήταν να είναι ένα βιβλίο ντοκουμέντο και όχι ένα καλοκαιρινό ανάγνωσμα.
Η χρήση των δικών μου γνώσεων και εμπειριών φαινόταν μονόδρομος για να πετύχω τον παραπάνω βασικό στόχο.
Όμως ήθελα και να αποφύγω να δοθεί λαβή σε τρίτους ότι το βιβλίο έγινε για να παρουσιάσω τη δική μου ζωή η όποια άλλωστε δεν έχει να παρουσιάσει και κάτι περισσότερο από τη ζωή ενός μέσου ανθρώπου.
Θεωρώ ότι το τελικό αποτέλεσμα, αν κρίνω και από τις κριτικές, έχει πετύχει όλους τους αρχικούς μου στόχους:
Του πρώτου που ήταν η αποτύπωση της ζωής των γονιών μας, στην ξεχασμένη επαρχία μας από την πολιτεία στις δεκαετίες του 50 και μέχρι του 70 αλλά και της προσπάθειας της δικής μας γενιάς, μέσα από τις δυσκολίες, να σπουδάσει και να φύγει από τη δύσκολή ζωή των γονιών της.
Η αποτύπωση έχει γίνει με τις δικές μου μνήμες από την συμμετοχή μου σε αυτή αλλά και από τις εκατοντάδες συζητήσεις που γίνονταν στο σπίτι μας τα κρύα βράδια των χειμώνων στο Δαφνοχώρι μεταξύ του πατέρα μου και γερόντων που είχαν συμμετοχή μέχρι και στη Μικρασιατική καταστροφή του 1922 στην οποία είχαν υπηρετήσει ως στρατιώτες.
Του δεύτερου που ήταν η αποτύπωση της προσπάθειας πολλών της γενιάς μου να επανεκπαιδευτούν και να μετέχουμε στα νέα τεχνολογικά δεδομένα που η πληροφορική έφερε στο μέσο της επαγγελματικής μας ζωής και που εμείς δοκιμαστήκαμε από αυτή την αλλαγή και διαχωρίστηκε στους «τεχνολογικά αναλφάβητους» ακόμα και αν είχαν πτυχία όποιας μορφής και σ αυτούς που με νέους κόπους προσαρμόστηκαν στα νέα δεδομένα.
Για το δεύτερο αυτό μέρος οι εμπειρίες προέρχονται από τη δική μου προσωπική επιλογή να είμαι μέρος του νέου τεχνολογικού γίγνεσθαι και όχι θεατής.
Θεωρώ ότι η επιλογή η δική μου αλλά και όλων των ανθρώπων που επέλεξαν το δεύτερο δρόμο μας έχει δικαιώσει και φαίνεται ανάγλυφα και μέσα στις σελίδες του βιβλίου.
Παρεμβάσεις-παρουσίες
Στην εκδήλωση έκαναν παρεμβάσεις μιλώντας για τις δικές του εικόνες που σχημάτισαν διαβάζοντας και ακούγοντας στην εκδήλωση για το βιβλίο του Θανάση Κατή , ο πρώην Δήμαρχος Ανδρέας Καράβολας, η πολιτευτής Ευσταθία Γιαννιά και συγγραφέας Λευτέρης Πολυκρέτης. Να σημειωθεί στους παρευρισκόμενους ήταν οι δημοτικοί σύμβουλοι και επικεφαλής παρατάξεων Γιώργος Ρώρος και Πέτρος Ψωμάς,ο πρόεδρος του ΠΑΣΕΒΙΠΕ Πέτρος Μαντάς, και ο γεν.διευθυντής του ΣΕΒΠΔΕ Νίκος Κοτσώνης, ο πρωην πρόεδρος του ΤΕΕ Δυτ.Ελλάδος Γιώργος Ζεππάτος κ.ά.
ΔΕΙΤΕ VIDEO ΑΠΟ ΡΕΠΟΡΤΑΖ ΤΟΥ IONIAN CHANNEL
#pgnews
#ΔΥΤΙΚΗΕΛΛΑΔΑ