Η ανάγκη για δικαιοσύνη υπάρχει σε όλους τους ανθρώπους και σε όλες τις κοινωνίες, αφού είναι απαραίτητη προϋπόθεση ειρηνικής συνύπαρξης.
Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, η δικαιοσύνη αποτελεί την ύψιστη αρετή σε έναν άνθρωπο η οποία τον κάνει να συνυπάρχει αρμονικά με τους συνανθρώπους του και να διαβιώνει σε ένα κράτος που έχει θεσπίσει δίκαιους νόμους (ευνομία) και να υπακούει σε αυτούς.
Η δικαιοσύνη όταν εκφεύγει από το Σύνταγμα και τους Νόμους σηματοδοτεί την παρακμή της πολιτικής ζωής ενός τόπου καθώς και της Δημοκρατίας με ολέθριες συνέπειες για τους πολίτες της. Πρέπει και να αυτοπροστατεύεται και να επιτυγχάνει την σταθερότητα και τη βεβαιότητα των κανόνων δικαίου, πράγμα που πρέπει να υπάρχει σε ένα κράτος δικαίου.
Ειδικά για έναν κατηγορούμενο σε μία ποινική δίκη, η ανάγκη για μια δίκαιη δίκη αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα για τον ίδιο, το οποίο σύμφωνα με τους δικονομικούς κανόνες οφείλει να του διασφαλίσει μια αποτελεσματική δικαστική προστασία, αποτρέποντάς την από μια άδικη καταδίκη ή από μια υπερβολικά αυστηρή ποινή, επειδή οι δικαστές μπορεί τυχόν να επηρεαστούν από την ατμόσφαιρα του δικαστηρίου ή της κοινής γνώμης ή των μέσων ενημέρωσης και εκδώσουν απόφαση βάσει άλλων κριτηρίων.
Η θέση του δικηγόρου στην απονομή της Δικαιοσύνης ως συλλειτουργού της είναι θεμελιώδης, ισότιμη, ανεξάρτητη και αναγκαία για την απονομή της. Είναι ο συμπαραστάτης και του απλού πολίτη σε ένα Κράτος Δικαίου, είναι ο κατ’ εξοχήν προασπιστής των δικαιωμάτων και συμφερόντων του ανθρώπου. Κι αυτός ο αγώνας είναι ένας αγώνας συνεχής, επίμονος και επίπονος με πολλές αντιπαραθέσεις.
Ο Δικηγόρος είναι ο συνεκτικός δεσμός μεταξύ του λαού και των συντεταγμένων λειτουργιών της Πολιτείας. Είναι ο ρυθμιστής της ορθής απονομής της Δικαιοσύνης, ο φρουρός και προασπιστής της έννοιας του Δικαίου. Γιατί ο δικηγόρος είναι μαζί με τους δικαστές ο θεματοφύλακας των θεμελιωδών ανθρώπινων δικαιωμάτων.
Κατά τον Εισαγγελέα του ΑΠ Ευάγγελο Κρουσταλλάκη : «Ο ιδανικός δικηγόρος – και κατά προέκταση ο άξιος της αποστολής του Δικηγορικός Σύλλογος – οφείλουν να μετατρέπονται σε επαναστάτες κατ’ επάγγελμα, κάθε φορά που διαπιστώνουν τη φαλκίδευση των αρχών του κράτους δικαίου ή την παραβίαση των ατομικών ελευθεριών και των κοινωνικών δικαιωμάτων των πολιτών, κάθε φορά που βλέπουν την απονομή της Δικαιοσύνης να χωλαίνει και την εφαρμογή των κανόνων του ουσιαστικού δικαίου να μη ανταποκρίνεται στις κοινωνικές ανάγκες».
Στις μέρες μας μιλάμε για επιτάχυνση της Δικαιοσύνης και όλες οι συζητήσεις και συνεργασίες περιστρέφονται γύρω από αυτή. Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιος εμπλεκόμενος φορέας ο οποίος δεν θέλει την ταχεία διεξαγωγή μιας δίκης, η οποία αποτελεί και στοιχείο της δίκαιης δίκης. Όταν συνεργαζόμαστε όμως και πρέπει να συνεργαζόμαστε για την επιτάχυνση της Δικαιοσύνης, πάντα ομιλούμε για μία επιτάχυνση με ποιότητα και όχι εις βάρος της ποιότητας και της αξιοπιστίας της Δικαιοσύνης, πάντα αναφερόμαστε σε μία επιτάχυνση με τις εγγυήσεις του Κράτους Δικαίου και δεν μπορεί η επιτάχυνση να λειτουργεί εις βάρος των συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων των πολιτών εις βάρος του τεκμηρίου αθωότητας και εις βάρος των συνταγματικά επιβεβλημένων ή ανεκτών ορίων παραγραφής. Μια τέτοια επιτάχυνση θα θεμελιώσει και οικοδομήσει σταθερά την ανάπτυξη.
* Άρθρο του Αθανάσιου Ζούπα, Προέδρου Δικηγορικού Συλλόγου Πατρών