Ο Γιώργος Παπαθεοδώρου, Καθηγητής «Γεωλογικής και Περιβαλλοντικής Ωκεανογραφίας» στο Τμήμα Γεωλογίας, ήταν υποψήφιος και στις προηγούμενες πρυτανικές εκλογές. Και ο ίδιος δηλώνει στον «Σ.Ε.» ότι είναι διαθέσιμος, εφόσον εκλεγεί, να θέσει τον εαυτό του στην κρίση των υπολοίπων συναδέλφων του για την θέση του Πρύτανη.
« Όλοι είμαστε υποψήφιοι αρχικά για σύμβουλοι του Ιδρύματος και κάποιοι από εμάς θα είναι διαθέσιμοι και για την θέση του Πρύτανη. Ένας από αυτούς είμαι και εγώ. Θέτω συνεπώς την διαθεσιμότητά μου στο συμβούλιο, εφόσον εκλεγώ, για την θέση του Πρύτανη».
Ποιο είναι το όραμά σας για το Πανεπιστήμιο Πατρών. Τι πρέπει να γίνει ακόμη για να καλυτερεύσουν οι συνθήκες λειτουργίας του;
Το όραμά μου συνοψίζεται στα ακόλουθα τρία σημεία: προάσπιση του αυτοδιοίκητου του Δημόσιου Πανεπιστημίου, σεβασμός της ακαδημαϊκής ελευθερίας των μελών ΔΕΠ στη διδασκαλία και στην έρευνα και επένδυση στην άυλη οικονομία της γνώσης. Είναι απαραίτητο να αποφορτιστούν τα μέλη ΔΕΠ από περιττές γραφειοκρατικές διαδικασίες που τα αποσπούν από την έρευνα και τη διδασκαλία. Είναι απαραίτητο να ενισχυθεί το προσωπικό του Πανεπιστημίου με διδακτικό και διοικητικό προσωπικό. Αυτό που οπωσδήποτε χρειάζεται για να μπορέσει το Πανεπιστήμιο να κάνει το μεγάλο άλμα προς τα εμπρός είναι μεγαλύτερη χρηματοδότηση για καλύτερες κτιριακές υποδομές, ερευνητικό εξοπλισμό και κινητικότητα.
Εκτιμάτε ότι στο διάστημα που προηγήθηκε χάθηκαν κάποιες ευκαιρίες για το Πανεπιστήμιο;
Το Πανεπιστήμιο έχει μια συνεχόμενη πορεία που δεν μπορεί να αξιολογηθεί αντικειμενικά μέσα σε 4 χρόνια. Είναι αλήθεια ότι έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια, και η ένταξη του ΤΕΙ Δυτικής Ελλάδας δεν άφησε περιθώρια για σημαντική πρόοδο στην καθημερινότητα καθώς απαιτήθηκαν προσπάθειες ενσωμάτωσης. Επίσης η έλλειψη δημόσιας σοβαρής χρηματοδότησης δεν αφήνει πολλά περιθώρια για αισιοδοξία. Με λίγα λόγια, το θέμα δεν είναι αν χάθηκαν κάποιες ευκαιρίες αλλά αν πραγματικά υπήρξαν ευκαιρίες για βελτίωση και δυναμική ανάπτυξη. Οι διαρκείς θεσμικές αλλαγές προβάλλονται ως ‘ευκαιρίες’ αλλά στην πραγματικότητα έχουν το αντίθετο αποτέλεσμα. Αυξάνουν τη γραφειοκρατία και δημιουργούν κλυδωνισμούς στην καθημερινή λειτουργία του ιδρύματος.
Ποια η θέση σας για την λειτουργία μη κρατικών Πανεπιστημίων; Εκτιμάτε ότι πρέπει να λειτουργήσουν; Είναι σε θέση τα δημόσια πανεπιστήμια να τα ανταγωνιστούν;
Ας ξεκινήσουμε από το τελευταίο ερώτημα, το οποίο υπονοεί ότι τα μη κρατικά, τα ιδιωτικά δηλαδή, πανεπιστήμια θα είναι σε πολύ καλύτερη θέση από τα δημόσια. Άρα τα δημόσια θα πρέπει να αντιμετωπίσουν τον ανταγωνισμό. Στην πραγματικότητα ισχύει το αντίστροφο: τα μη κρατικά θα πρέπει να μπορούν να ανταγωνιστούν τα δημόσια. Συχνά παραβλέπουμε ότι τα Δημόσια Πανεπιστήμια δεν είναι εκπαιδευτήρια αλλά φορείς που συναντιέται η διδασκαλία με την έρευνα. Υπάρχει τέτοιο πλαίσιο λειτουργίας στα μη κρατικά; Μάλλον όχι. Όσον αφορά το πρώτο ερώτημα, η θέση μου είναι ότι υπάρχει ένα σοβαρό θεσμικό πρόβλημα, μεταξύ άλλων. Και αυτό δεν είναι άλλο από την ευθεία παράκαμψη του άρθρου 16 του Συντάγματος. Σε αυτή τη βάση δεν μπορεί να γίνει καμία συζήτηση.
Ένα ζήτημα που κατά καιρούς είχε προκαλέσει σημαντικές συζητήσεις ήταν η συνεργασία ιδιωτικού τομέα και Πανεπιστημίων με στόχο την κάλυψη των θέσεων στην αγορά εργασίας. Θεωρείτε ότι έχει δημιουργηθεί το κατάλληλο πλαίσιο λειτουργίας μιας τέτοιας σχέσης ή ευνοούνται οι φωνές που κάνουν λόγο για «εισβολή» των εταιρειών και της επιχειρηματικότητας στην τριτοβάθμια εκπαίδευση;
Υπάρχει ένα βασικό ζητούμενο: θεωρούμε πως τα μόνα επιστημονικά πεδία που θα πρέπει να θεραπεύονται στο Πανεπιστήμιο είναι αυτά που επιβάλλονται από την αγορά εργασίας; Η άποψή μου είναι πως μια τέτοια αντίληψη είναι αντίθετη με το ίδιο το νόημα του όρου «πανεπιστήμιο». Αν επομένως κρίνουμε πως οι επιχειρήσεις θα πρέπει να καθορίζουν την έρευνα και τα προσφερόμενα προγράμματα σπουδών, τότε κινούμαστε στη λάθος κατεύθυνση. Το Πανεπιστήμιο τροφοδοτεί μέσα από τα ερευνητικά του αποτελέσματα τον παραγωγικό τομέα, με την μετατροπή των ερευνητικών αποτελεσμάτων σε προϊόντα όπου αυτό είναι δυνατό. Για να υπάρχει εφαρμοσμένη έρευνα πρέπει πρωτίστως να καλλιεργείται η βασική έρευνα. Και είναι καλό να έχουμε στο μυαλό μας ότι κάποια προϊόντα γνώσης είναι άυλα, αλλά πολύ βασικά για την κοινωνική συνοχή και ανάπτυξη.