Βδομάδα-βδομάδα μετράει πλέον τις αντοχές της η τοπική αγορά, μετά την επιμήκυνση των μέτρων περιορισμού που επιβλήθηκαν από την κυβέρνηση και θα έχουν διάρκεια μέχρι και τις 25 Οκτωβρίου. Η πρώτη εβδομάδα λειτούργησε ως «αναγνωριστική» για τα νέα μέτρα, δηλαδή της χρήσης της μάσκας παντού και του κλεισίματος της εστίασης στις 12.00.
Από την περασμένη Δευτέρα ωστόσο το κλίμα έχει γίνει ακόμη πιο ασφυκτικό. Η διαπίστωση ότι τα μέτρα ήρθαν για να μείνουν και η αυστηροποίηση με ακόμη περισσότερους κανόνες, συνέτεινε ώστε η κατανάλωση να πέσει ακόμη περισσότερο. Άλλωστε η αγορά είναι πάνω απ’ όλα ψυχολογία και το κλίμα που διαμορφώνεται οδηγεί τους περισσότερους να είναι ιδιαίτερα κουμπωμένοι. Οι βόλτες έστω και για χάζεμα στις βιτρίνες, έχει αντικατασταθεί από το γρήγορο πέρασμα μπροστά από τα καταστήματα, μιας και όσοι κινούνται στο κέντρο φορώντας μάσκα το κάνουν μόνο για τις απαραίτητες μετακινήσεις τους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για ένα σωρό κλάδους του τοπικού εμπορίου.
Μιλώντας στον Σ.Ε. ο Πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Πατρών Κωνσταντίνος Ζαφειρόπουλος εξηγεί ότι : «Η χρήση μάσκας παντού έχει ως αποτέλεσμα να μειωθεί σημαντικά η κίνηση και να παρατηρείται μειωμένη επισκεψιμότητα στο κέντρο. Η κίνηση έπεσε στο ναδίρ. Μόνο τις πρωινές ώρες κινούνται τα καταστήματα που είναι ανοικτές οι υπηρεσίες ή το διάστημα που ο κόσμος πηγαίνει στη δουλειά του. Το απόγευμα η πτώση είναι κατακόρυφη. Ο λόγος είναι ότι η ψυχολογία του κόσμου έχει αλλάξει. Έχει δημιουργηθεί μια αρνητική ατμόσφαιρα και ο κόσμος πλέον δεν βγαίνει ούτε για τη βόλτα του. Το χάζεμα στις βιτρίνες πλέον δεν υφίσταται. Όσοι κινούνται στο κέντρο το κάνουν μόνο εάν χρειάζονται κάτι, όχι για άλλο λόγο».
Και συνεχίζοντας τονίζει ότι «ο καταναλωτής είχε το φόβο για το μέλλον γενικότερα, του επιβλήθηκαν και περιορισμοί στην κίνηση, είναι κάτι το οποίο πραγματικά έχει λειτουργήσει σε βάρος της αγοράς που προσπαθεί να βρει τον βηματισμό της».
Κατά τον κ. Ζαφειρόπουλο, εάν αρθεί σε πρώτο επίπεδο η χρήση μάσκας παντού, ίσως η αγορά μπορέσει να αλλάξει κατεύθυνση. Ομως στις υπάρχουσες συνθήκες το βέβαιο είναι ότι κάθε εβδομάδα που περνάει έχει αρνητικό αντίκτυπο στις εισπράξεις. Από την άλλη πλευρά οι καιρικές συνθήκες ευνοούν το να βγει ο κόσμος έξω, κάτι όμως που τα καταστήματα δεν μπορούν να εκμεταλλευτούν αφού η κίνηση είναι μειωμένη.
Στην παρούσα φάση επίσης δεν υπάρχουν και μέτρα στήριξης για τον εμπορικό κόσμο, καθώς το πρόγραμμα της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδος που είναι σε φάση υλοποίησης αποτελεί ουσιαστικά μια «μη επιστρεπτέα προκαταβολή» η οποία ωστόσο δεν μπορεί να καλύψει τις πολύ μικρές επιχειρήσεις που είναι και το 85% της αγοράς.
Η εστίαση
Με κομμένη την ανάσα παρακολουθούσαν οι εστιάτορες την περασμένη Δευτέρα εάν τελικά η κυβέρνηση θα προχωρούσε στην άρση των μέτρων. Και τα μηνύματα που έλαβαν ήταν τα ακριβώς αντίθετα: όχι μόνο δεν περιορίστηκαν τα μέτρα, αλλά έγιναν ακόμη πιο αυστηρά, με αποτέλεσμα εκατοντάδες καταστήματα να χάνουν και τη λίγη πελατεία που τους είχε απομείνει.
Όπως δήλωσε στον Σ.Ε. ο Σπύρος Στεργίου, πρόεδρος του ΣΚΕΑΝΑ
«Πλέον πάμε στο 50% της χωρητικότητας του κάθε καταστήματος, κάτι που σημαίνει μισό τζίρο και μισή απασχόληση του εργατικού δυναμικού, κάτι που είναι καταστροφικό. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν προτάσσουμε τη δημόσια υγεία. Ωστόσο οι διαπιστώσεις που κάνουμε δεν είναι ενθαρρυντικές. Πολλά καταστήματα, πλέον, δεν είναι βιώσιμα οικονομικά. Ένα κατάστημα έχει φτιαχτεί να δουλεύει με συγκεκριμένο πλάνο τραπεζιών. Από τη στιγμή που μειώνεται ο αριθμός, τότε αυτό σημαίνει απώλεια εσόδων. Έτσι όπως πάνε τα πράγματα, είμαστε σε κατάσταση που φυτοζωούμε. Πλέον οι συνάδελφοι δεν εργάζονται για το μεροκάματο άλλα, για ένα ξεροκόμματο στην κυριολεξία».
Κατά τον κ. Στεργίου, εφόσον δεν είχαν επιβληθεί τόσο αυστηρά μέτρα την τελευταία εβδομάδα, ίσως υπήρχε ελπίδα ο κλάδος να λειτουργήσει υποτυπωδώς. Από τη στιγμή που περιορίστηκε ο αριθμός των πελατών ξεκινάει και η αντίστροφη μέτρηση για το ποιος τελικά δεν θα μπορέσει να επιβιώσει και να οδηγηθεί σε λουκέτο μέχρι και τα Χριστούγεννα.
Οι περισσότεροι επιχειρηματίες για να αντιμετωπίσουν την επιδεινούμενη κατάσταση έχουν μειώσει τις ώρες στο προσωπικό και έχουν μετατοπίσει τις βάρδιες τους.
Η ψυχολογία όμως του κόσμου είναι στο ναδίρ και υπάρχει ένα γενικότερο «μούδιασμα» στους πελάτες από τότε που ξεκίνησε το μέτρο στην Πάτρα. Η πτώση τζίρου την τελευταία εβδομάδα άγγιξε το 40% κατά μέσο όρο στην αγορά.
«Ο κόσμος άρχισε και φοβάται σε υγειονομικό επίπεδο πλέον με αυτά τα μέτρα που επιβλήθηκαν» παρατηρεί ο κ. Στεργίου.
Τα μέτρα της Πολιτείας για τον κλάδο δεν είναι επαρκή για την στήριξή του και ο ίδιος εκτιμά ότι θα υπάρξει βοήθεια μόνο στην περίπτωση που επιβληθεί καθολικό lockdown.
«Θεωρούμε ότι θα πρέπει να μας δοθεί η δυνατότητα όποιος επιχειρηματίας θεωρεί ότι η επιχείρησή του δεν είναι βιώσιμη, να μπορεί να επιλέξει μέτρα αντίστοιχα με εκείνα που ίσχυαν την περίοδο της καραντίνας. Δηλαδή να κλείσει και για κάποιο διάστημα να μπούνε σε αναστολή εργασίας οι εργαζόμενοι. Επίσης θεωρούμε ότι το ενοίκιο θα πρέπει να μειωθεί στο 40% με νόμο. Τα έχουμε ζητήσει όλα αυτά εδώ και καιρό όμως δεν εισακουγόμαστε» τονίσει ο κ. Στεργίου.
Ως προς το κατά πόσο είναι πιθανό να μπουν λουκέτα σε καταστήματα εστίασης το επόμενο διάστημα, ο ίδιος αναφέρει ότι «τα καταστήματα ήταν κατεστραμμένα λόγω της κρίσης, με τα νέα μέτρα και μετά το πρώτο κύμα της πανδημίας, μας δόθηκε η χαριστική βολή. Από εδώ και στο εξής ακόμα και εάν το Μάρτιο ξεπεραστεί η όλη κατάσταση, μιας και εκτιμάται ότι μέχρι τότε θα έχει βγει το εμβόλιο κατά του Covid, και πάλι στα καταστήματά μας θα υπάρχει καμμένη γη. Δηλαδή θα έχουμε κλεισίματα καταστημάτων, πτωχεύσεις κλπ. Κανείς δεν μπορεί να σχεδιάσει τίποτα το επόμενο διάστημα. Όπου μπήκαν μέτρα δεν άρθηκαν άμεσα σε καμία περιοχή».
Καταλήγοντας, για την χρήση μάσκας, έχει παίξει κατά τον ίδιο σημαντικό ρόλο στην κατανάλωση, όμως είναι επιβεβλημένη, για να μην φθάσουμε σε δυσθεώρητα νούμερα κρουσμάτων.
Τι αναφέρει ο Πρόεδρος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Δυτικής Ελλάδος Γιώργος Παππάς
«Βρισκόμαστε σε μίνι locdown, στόχος να αρθούν τα μέτρα άμεσα »
Από την πλευρά του ο Πρόεδρος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Δυτικής Ελλάδος Γιώργος Παππάς, σε σχέση με τα έκτακτα μέτρα που ελήφθησαν για την περιοχή μας, αναφέρει ότι:
«Καταρχήν πρέπει να παραδεχθούμε ότι ένα δεύτερο γενικό lockdown θα έχει πολύ σημαντικές αρνητικές συνέπειες, οι οποίες θα έρθουν να επιβαρύνουν το ήδη δύσκολο οικονομικό περιβάλλον μετά από την έξοδο από την δεκαετή χρηματοπιστωτική κρίση που βίωσε η χώρα. Η περιοχή μας έχει ήδη εισέλθει σε mini lockdown. Βασικός στόχος είναι η ισορροπία μεταξύ μέτρων υγείας και μέτρων οικονομίας. Ούτως ώστε να μην υπάρξει μετάβαση σε ολικό lockdown.
Σε μία συγκυρία, κατά την οποία υπήρχαν στην αγορά οι προσδοκίες μιας σταδιακής επανόδου σε κανονικούς ρυθμούς, το κλίμα και πάλι αλλάζει. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο για την οικονομία σημαίνει ότι θα απαιτηθούν έγκαιρα πρόσθετα μέτρα ενίσχυσης και αλλαγή πλεύσης των μέτρων στήριξης προς τις επιχειρήσεις και τους εργαζομένους με στοχευμένο χαρακτήρα. Και το λέμε αυτό διότι, όσο σημαντική είναι όμως η λήψη μέτρων εγκαίρως, εξίσου σημαντική είναι και η στόχευσή τους. Οριζόντιες και γενικές απαγορεύσεις για μεγάλο διάστημα δεν θα είναι αποτελεσματικές. Κατά προτεραιότητα πρέπει να προστατευθεί η καρδιά της παραγωγικής διαδικασίας, ώστε να υπάρξει όσο το δυνατόν μικρότερη πίεση στις θέσεις εργασίας».
Για το οικονομικό κλίμα που πλέον διαμορφώνεται σε τοπικό επίπεδο και την πίεση που υφίσταται αυτή τη στιγμή η απασχόληση, ο κ. Παππάς αναφέρει ότι:
«Στην πραγματική οικονομία ένα τέτοιο –απευκταίο– σενάριο συνεπάγεται ένα τεράστιο πλήγμα, μία χαριστική βολή ενδεχομένως για κλάδους όπως η εστίαση, αλλά και το εμπόριο, με κάποιες εξαιρέσεις όπως είναι η αγορά τροφίμων. Ειδικά αν το «λουκέτο» συμπέσει με την περίοδο των εορτών.
Επιπτώσεις θα υπάρξουν και στον τουρισμό. Ο χειμερινός τουρισμός, ο οποίος είναι κατεξοχήν εσωτερικός, μπορεί να μη φέρνει συγκρίσιμα έσοδα με αυτά του θερινού, αλλά συντηρεί και τονώνει πολλές περιοχές σε όλη την ελληνική περιφέρεια. Οι οποίες έχουν ήδη δεχθεί ένα πρώτο πλήγμα την άνοιξη.
Για όλους αυτούς τους λόγους είναι πάρα πολύ σημαντικό να αποδώσουν τα υγειονομικά μέτρα. Να θυμίσουμε πως και στο πρώτο lockdown αρχικά ο στόχος ήταν οι 2 εβδομάδες. Αλλά τελικά διήρκεσε πολύ περισσότερο».
Π. Σκέντζος «Η πτώση έφθασε το 70%»
« Το γεγονός ότι μειώθηκε σταδιακά ο αριθμός των πελατών ήταν καθοριστικό για τον δικό μας κλάδο. Πλέον επιτρέπονται δύο άτομα ανά ταξί και πρέπει να ξεκαθαριστεί τι θα γίνε και με τις οικογένειες, δηλαδή πόσα άτομα θα επιτρέπονται από την ίδια οικογένεια. Όλα αυτά θα ξεκαθαριστούν το επόμενο διάστημα. Είναι ένα μεγάλο πλήγμα για εμάς η μείωση του αριθμού των πελατών», αναφέρει ο κ. Σκέντζος.
Και σημειώνει ότι « δεν είναι δυνατόν να πληρώνουν οι πελάτες το διπλάσιο κόστος για να μεταφερθούν στον προορισμό τους, εάν πρόκειται για μια οικογένεια».
Σε σχέση με τις συνθήκες που διαμορφώνονται στον κλάδο των αυτοκινητιστών ο ίδιος εξηγεί ότι «αυτόματα μειώνεται η κίνηση η δική μας. ¨Ηταν που ήταν αρνητικό το κλίμα, με αυτούς τους περιορισμούς φθάσαμε σε ακόμη χειρότερη θέση. Όσα μέτρα λαμβάνονται, είναι κακό για την αγορά και την ψυχολογία της. Βεβαίως αυξάνεται και η ανεργία σε όλο το φάσμα της οικονομίας».
Περιγράφοντας επίσης την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί λόγω των περιορισμών στην εστίαση, ο ίδιος σημειώνει ότι δύσκολα πλέον κάποιος χρησιμοποιεί ταξί για τις μετακινήσεις του.
«Με το που επιβλήθηκαν οι περιορισμοί, σταμάτησε η δουλειά και η κίνηση το βράδυ μονομιάς. Με το κλείσιμο των εμπορικών καταστημάτων, σταματάει η κίνηση στην πόλη, μιας και κανένας δεν έχει διάθεση να κάνει μια έξοδο και να βγει για ένα ποτό. Μια ώρα μετά το κλείσιμο διαπιστώνουμε απουσία κίνησης, σε σημείο που δεν υπάρχει άνθρωπος να περπατάει!».
Όπως σημειώνει η κατάσταση στον τομέα των μεταφορών είναι λίγο πιο διαφορετική από
εκείνη που είχε διαμορφωθεί στο lockdown, μιας και η πτώση έχει φθάσει στο 60%.
Ως προς τα μέτρα στήριξης του κλάδου των αυτοκινητιστών, ο ίδιος τονίζει ότι είναι από τους πιο «αδικημένους» κλάδους.
«Δεν πήραμε ποτέ το ποσό των 534 ευρώ που έλαβαν όσοι ήταν σε αναστολή και μάλιστα αυτό δόθηκε δύο φορές από την κυβέρνηση. Επίσης δεν μας ενέταξα σε ένα νόμο που έχει θεσπιστεί για τις επιβατικές μεταφορές και το ύψος της ενίσχυσης που θα λαμβάναμε θα έβγαινε με υπουργική απόφαση. Μας έχουν αποκλείσει και από εκεί. Δηλαδή έχουμε αποκλειστεί από πολλά πράγματα και δεν έχουμε ενισχυθεί» εξηγεί ο κ. Σκέντζος.
Το κόστος ενίσχυσης για τα ταξί φθάνει τα 22 εκατομμύρια ευρώ, χρήματα που απ΄ ότι φαίνεται η κυβέρνηση δεν είναι διατεθειμένη να διαθέσει.
Ως προς την ενίσχυση από την Περιφέρεια των επιχειρήσεων που έχουν πληγεί, ο κ. Σκέντζος εξηγεί ότι είναι τέτοιες οι προϋποθέσεις που έχουν θεσπιστεί που δύσκολα μπορεί να υπάρξει ενίσχυση στους μικρομεσαίους.
«Θα προτιμηθούν αυτοί με τους περισσότερους απασχολούμενους, δηλαδή με μεγαλύτερους τζίρους και ζημιές. Οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις θα βγουν έξω από αυτό. Θεωρούμε ότι έπρεπε τα ποσά να διευρυνθούν σε μεγαλύτερο αριθμό δικαιούχων» αναφέρει ο κ. Σκέντζος.