του Παναγιώτη Γιαλένιου
Παράλληλα με τις αυτονόητες ευχές για το νέο χρόνο και από αυτή τη στήλη (προσωπικά έχω νοσταλγήσει τις εκατοντάδες πολύχρωμες ευχετήριες κάρτες που κατά εκατοντάδες κοσμούσαν τα γραφεία μας αυτές τις ημέρες και πλέον σπανίζουν, «θύματα» και αυτές της ηλεκτρονικής αλληλογραφίας και των social media) αξίζει να αναφερθούμε συνοπτικά σε ορισμένες από τις αναγκαίες προτεραιότητας που μπορούν αν αντιμετωπιστούν σωστά να κάνουν πράξη τις ευχές για ανάπτυξη και ευημερία στη χώρα και την περιοχή.
Αναγκαίος ένας νέος σχεδιασμός
Η μεταποίηση είναι μια από τις ελπιδοφόρες προτεραιότητες στη χώρα. Ένας κλάδος που δεν ξεκινά από το μηδέν και έχει τη δική του παράδοση. Πρόσφατη ανάλυση της Wall Street Journal επισημαίνει μάλιστα ότι «σε μία περίοδο κατά την οποία τα εργοστάσια ανά τον κόσμο δέχονται ισχυρές πιέσεις, η Ελλάδα εμφανίζει τον πιο ισχυρό μεταποιητικό κλάδο, με βάσει τους δείκτες μεταποιητικής δραστηριότητας».
Σύμφωνα με τα στοιχεία που επιβεβαιώνονται και από την ΕΛΣΤΑΤ τον Νοέμβριο ο ελληνικός δείκτης PMI για τη μεταποίηση διαμορφώθηκε στις 54,1 μονάδες. Ήταν το 30ος διαδοχικός μήνας κατά τον οποίο παρέμεινε πάνω από το όριο των 50 μονάδων, που διακρίνει την ανάπτυξη από την ύφεση. Τον ίδιο μήνα ο δείκτης PMI για την Ευρωζώνη έμεινε κάτω από το όριο των 50 μονάδων για δέκατο διαδοχικό μήνα, με τις συνθήκες να είναι εξαιρετικά αδύναμες σε Γερμανία, Ιταλία και Ισπανία.
Να σημειωθεί βέβαια, όπως επισημαίνει και η αμερικάνικη εφημερίδα ότι ελληνικός μεταποιητικός κλάδος είναι σχετικά μικρός και συγκεντρωμένος σε βιομηχανίες, όπως αυτές των τροφίμων και των ποτών, οι οποίες έχουν εν πολλοίς μείνει αλώβητες από την παγκόσμια κάμψη της μεταποιητικής δραστηριότητας. Αντιθέτως στη Γερμανία, όπου μόλις πριν από δύο χρόνια ο μεταποιητικός κλάδος ήταν ο ισχυρότερος στην Ευρώπη, η εικόνα σήμερα είναι πολύ αδύναμη.
Το ότι βέβαια στη χώρα μας η μεταποίηση καλύπτει μόνο το 10% του ελληνικού ΑΕΠ δείχνει τα τεράστια περιθώρια βελτίωσης των αποδόσεών της στην ελληνική οικονομία.
Και εδώ θεωρούμε ότι θα πρέπει να εστιάσει ο στρατηγικός σχεδιασμός της χώρας με το συντονισμό και τη συνεισφορά όλων.
Αρχικά με τον περαιτέρω εκσυγχρονισμό των υπαρχουσών παραγωγικών δομών της χώρας. Περαιτέρω φυσικά με την διεύρυνση των παραγομένων προϊόντων του μεταποιητικού κλάδου που έχουν δυνατότητες εξωστρέφειας ή μπορούν να αντικαταστήσουν ανταγωνιστικά εισαγόμενα αντίστοιχα είδη.
Μια διαρκώς αυξανόμενη δυνατότητα της χώρας στον τομέα της καινοτομίας σε συνδυασμό με την ενίσχυση και τον εκσυγχρονισμό των ερευνητικών δομών της-που στα χαρτιά φαίνεται ότι είναι πλέον κεντρική προτεραιότητα όλων- αποτελεί «κλειδί» για την ενίσχυση του μεταποιητικού κλάδου.
Πάντα βεβαίως μακριά από μαξιμαλιστικές απόψεις περί δυνατοτήτων της χώρας σε τομείς –όπως η βαριά βιομηχανία- που δεν έχουμε ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στον παγκόσμιο καταμερισμό.
Ο δικός μας σχεδιασμός, που θέτει στο κέντρο την ενίσχυση της μεταποίησης οφείλει να αξιοποιήσει ήδη τεράστιες δυνατότητες που δημιουργεί η στην πράξη «βαριά» βιομηχανία μας ο Τουρισμός.
Και ειδικά στον Τουρισμό θεωρούμε ότι πλέον οι στόχοι των τελευταίων χρόνων για διαρκή αριθμητική αύξηση των τουριστών θα πρέπει να διαφοροποιηθούν ποσοτικά και ποιοτικά. Έχοντας δημιουργήσει, ευνοούμενοι και από την γενικότερη γεωπολιτική συγκυρία στην περιοχή μας ένα σημαντικό ετήσιο αριθμό τουριστών ( φέτος περί τα 37 εκ.) οφείλουμε να βάλουμε ένα πήχυ για τα επόμενα χρόνια που θα συναρτάται με τη γενικότερη ανάπτυξη της χώρας. Στόχοι που ανεβάζουν το ετήσιο τουριστικό ρεύμα σε πάνω από 50 εκατομμύρια θεωρούμε ότι πρέπει να αναθεωρηθούν στη βάση ορισμένων άλλων προτεραιοτήτων. Αυτές μπορεί να είναι ο συνδυασμός του τουριστικού με τον μεταποιητικό σχεδιασμό αφ’ ενός και από την άλλη η διατήρηση των παραδοσιακών πολιτιστικών μας χαρακτηριστικών ως χώρας και ως περιοχές της που η άκρατη τουριστική ανάπτυξη τα αλλοιώνει με οδυνηρές συνέπειες μεσομακροπρόθεσμα.
Η διατήρηση ενός μόνιμου τουριστικού ρεύματος περί τα 40 εκ.τουριστών ετησίως είναι νομίζουμε ικανοποιητικός στόχος για τα επόμενα χρόνια εφ’ όσον ταυτόχρονα επιδιώκεται ο μεγαλύτερος δυνατός αριθμός αυτών να μην είναι μόνοι καταναλωτές φτηνών υπηρεσιών αλλά καταναλωτές τόσο διαρκώς αυξανόμενων ποιοτικών τουριστικών υπηρεσιών ταυτόχρονα με την κατανάλωση προϊόντων της μεταποίησης της χώρας και όχι μόνο τρόφιμα και ποτά.
Θεωρούμε ότι σε αυτόν το συνδυασμό οφείλουμε όλοι να εστιάσουμε. Εδώ θα παιχθεί το στοίχημα της ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια και το 2020 μπορεί να είναι εφαλτήριο μιας νέας ελπιδοφόρας δεκαετίας για την ανάπτυξη της χώρας μας, που θα αφήσει οριστικά πίσω την οδυνηρή δεκαετία της κρίσης.