Του Παναγιώτη Γιαλένιου, εκδότη του «Συμβούλου Επιχειρήσεων»
Μια παρατεταμένη επώδυνη κατάσταση για την πλειοψηφία της κοινωνίας είναι η ακρίβεια που βιώνουμε ήδη και που ακόμη είναι στην αρχή της. Όλα δείχνουν ότι έχει ξεκινήσει μια περίοδος, που προβλέπεται μακρά, και τα κύρια χαρακτηριστικά της θα είναι η φρενήρης αύξηση των τιμών στα βασικότερα καταναλωτικά αγαθά (που δεν οφείλεται στην αύξηση της παραγωγής τους λόγω ζήτησης αλλά στην έλλειψή τους) και η πρόκληση ως εκ τούτου στασιμοπληθωρισμού στην οικονομία, που οδηγεί σε αύξηση της ανεργίας και όσων αυτή συνεπάγεται.
Σε αυτήν την κατάσταση, που την κορύφωσή της δεν έχουμε βιώσει ακόμη, ακούγονται δυστυχώς αποσπασματικά τα μέτρα που ανακοίνωσε την Τετάρτη ο Πρωθυπουργός και ειδίκευσαν χθες οι αρμόδιοι υπουργοί .
Και αυτό γιατί για μια ακόμη φορά το πρόβλημα της ακρίβειας, που εστιάζεται σε αυτήν τη φάση πρωτίστως στην αλματώδη και ανεξέλεγκτη αύξηση των ενεργειακών πόρων αντιμετωπίζεται με επιδοματική λογική και όχι στον πυρήνα του προβλήματος.
Στη χώρα μας αυτό το πρόβλημα έχει διπλή όψη. Στη μια πλευρά η υπέρμετρη φορολόγηση των καυσίμων γενικά και στην άλλη οι βιαστικές πολιτικές απεξάρτησης της χώρας μας από την παραγωγή ενέργειας από λιγνίτη, που την έχουν οδηγήσει σε μεγάλη εξάρτηση από εισαγόμενες πηγές ενέργειας.
Σε ότι αφορά τα καύσιμα ο φόβος της απώλειας ζεστού δημόσιου εσόδου από την φορολόγηση τους, που αν δεν υπήρχε μπορούσε να οδηγήσει σε δραματική μείωση των τιμών τους, εμποδίζει μια ριζική αλλαγή στον τομέα αυτό. Το επιχείρημα που χρησιμοποιείται από τους εκπροσώπους της αγοράς, ότι μια τέτοια μείωση φόρων θα οδηγούσε στην αύξηση της ζήτησης με αποτέλεσμα την ισορρόπηση των δημοσίων εσόδων, είναι ισχυρό και αξίζει αυτή η πολιτική να δοκιμαστεί. Άλλωστε την έχουν εφαρμόσει πολλές άλλες χώρες στην Ευρωπαϊκή Ένωση με θετικά αποτελέσματα.
Σε ότι αφορά γενικότερα τις ενεργειακές επιβαρύνσεις σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις από την αύξηση του φυσικού αερίου και του ηλεκτρικού ρεύματος θεωρούμε και εδώ ότι το πρόβλημα (που εντείνεται λόγω πολέμου στην Ουκρανία) αντιμετωπίζεται συγκυριακά και επίσης με επιδοματική προσέγγιση.
Να θυμηθούμε ότι είναι ένα πρόβλημα που έχει ξεκινήσει εδώ και μήνες, πολύ πριν την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Είχε ως μια παράμετρό του τις περί την Ουκρανία διενέξεις και απειλές μεταξύ Ρωσίας και Δύσης, όμως δεν οφείλεται μόνο σε ότι έχει να κάνει με την Ουκρανία. Η ενεργειακή κρίση προκαλείται και από την πλήρη εμπορευματοποίηση συνολικά των ενεργειακών πόρων, που από βασικά αγαθά πρώτης ανάγκης για τις κοινωνίες έχουν γίνει χρηματιστηριακό προϊόν κερδοσκοπίας και επιβολής εξουσίας. Προφανώς αυτή η διαπίστωση δεν είναι καινούργια, την βιώνουμε παγκοσμίως με πολλούς τρόπους κυρίως από τη δεκαετία του ’70 και μετά. Πολλές κρίσεις έχουν συντελεστεί περί το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο έκτοτε,(που οδήγησαν στις δημιουργία τεράστιων καρτέλ και αμύθητων περιουσιών με πολλούς συμπατριώτες μας να είναι εντός αυτού του παιγνιδιού). Τώρα όμως όλα δείχνουν ότι τα πράγματα έχουν ζορίσει πολύ και οι μέχρι τώρα πολιτικές έχουν κάνει τον κύκλο τους.
Πρώτα από όλα η Ευρωπαϊκή Ένωση διαπιστώνει μέσα από την Ουκρανική κρίση την γυμνότητα των έως τώρα ενεργειακών της πολιτικών και βρίσκεται στο στάδιο ριζικών αλλαγών του ενεργειακού της μείγματος. Αλλαγές που δεν θα οδηγήσουν σε θετικά αποτελέσματα για τους Ευρωπαίους πολίτες αν ως βασικό τους μέλημα θα έχουν την διατήρηση του κερδοσκοπικού χαρακτήρα των βασικών ενεργειακών πόρων. Εφόσον γίνει αντιληπτή αυτή η κρίσιμη διάσταση από εκεί και πέρα θα παίξουν καθοριστικό ρόλο και οι αλλαγές που θα προκύψουν στην προμήθεια κλασικών ενεργειακών καυσίμων υλών με βάση το πετρέλαιο όσο και με την προώθηση ενεργητικών πολιτικών που αφορούν τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.
Στην κατεύθυνση αυτή θεωρούμε ότι οι απανωτές κρίσεις που βιώνουμε σε παγκόσμιο και σε εθνικό επίπεδο βοηθούν στο να λειτουργήσουν όλοι όσοι αποφασίζουν πιο ώριμα. Δείτε για παράδειγμα το υπόμνημα για την Ενέργεια προς την κυβέρνηση των βασικών φορέων εκπροσώπησης της βιομηχανικής παραγωγής στη χώρα μας. Όσοι μπορούν να διαβάσουν ανάμεσα στις γραμμές του διαπιστώνουν ότι πλέον οι ενεργειακοί πόροι αντιμετωπίζονται από την επιχειρηματική κοινότητα ως βασική προτεραιότητα επιβίωσής της, έξω από τα παιγνίδια των ολιγοπωλίων και της κερδοσκοπίας. Πρόκειται για μια ουσιώδη μετατόπιση που αξίζει να ληφθεί σοβαρά υπόψη από όλους.
Στις ακρίβειας τον καιρό συναφής με την αλματώδη αύξηση των καυσίμων είναι και η συνεχής αύξηση των τιμών στα διατροφικά είδη. Μια αύξηση που επιδεινώνεται δραματικά από τον πόλεμο στην Ουκρανία με δεδομένο ότι τόσο η Ρωσία όσο και η Ουκρανία αποτελούν κύριους προμηθευτές σε ορισμένες βασικές πρώτες ύλες που αφορούν τη διατροφή μας.
Και στο θέμα της αγροτικής παραγωγής (που για τη χώρα μας μιλάμε για Μ.Ο περί το 10% του ΑΕΠ με τάσεις περαιτέρω συρρίκνωσης) απαιτούνται σε Ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο ριζικές αλλαγές. Η επερχόμενη επισιτιστική κρίση είναι ισχυρό καμπανάκι ενεργοποίησης όλων. Ειδικότερα για τη χώρα μας οι πολιτικές διαρκούς συρρίκνωσης του πρωτογενούς τομέα (γεωργικός-κτηνοτροφικός) έχουν οδηγήσει σε σχεδόν πλήρη εξάρτησή μας από τις εισαγωγές βασικών διατροφικών πρώτων υλών. Αποτέλεσμα να μην μπορούμε να αντιδράσουμε σε κάθε κρίση που βιώνουμε με όρους σχετικής αυτάρκειας. Μια βόλτα σε κάποια από τα κατά βάση αγροτικά χωριά της πατρίδας μας, όπου η αυτάρκειά σε βασικά διατροφικά αγαθά και ζωοτροφές είναι σχεδόν ανύπαρκτη, το αποδεικνύει.
Στο καιρό της ακρίβειας επομένως, για τον οποίο οι σοβαροί «μετεωρολόγοι» προβλέπουν ότι θα κρατήσει πολύ, χρειάζονται γενναίες αλλαγές σε όλα τα επίπεδα, αλλαγές που θα έχουν στο κέντρο τους το καλό όλης της κοινωνίας και ιδίως των αδύναμων κρίκων της. Οι αλλαγές αυτές αφορούν και τη νοοτροπία όλων μας. Τα παραδείγματα των εκατομμυρίων προσφύγων που από τη μια μέρα στην άλλη χάνουν τα πάντα δεν είναι μόνο για θέαμα από τον καναπέ μας. Ο πόλεμος είναι μέσα στα σπίτια μας και οφείλουμε να τον δούμε, αποσπώμενοι από την παρακολούθηση του εικονικού κόσμου, που μας σερβίρει η ΜΕΤΑ εποχή που μας υπόσχονται.
#pgnews
# e-ΑΠΟΨΕΙΣ