Παρόλο που αναμφισβήτητα οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας, αντιμετωπίζουν εμπόδια και έρχονται αντιμέτωπες με σημαντικές πιέσεις και ανταγωνισμό λόγω του μικρού μεγέθους τους και της τοπικότητας που σχετίζεται με την παραγωγή και διάθεση των προϊόντων τους. Η ανάγκη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων να ανταποκριθούν αποτελεσματικότερα στις συνεχώς μεταβαλλόμενες συνθήκες της αγοράς, όπως αυτές επηρεάζονται τόσο από τις τεχνολογικές εξελίξεις όσο και από τις διεθνείς γεωπολιτικές και γεωοικονομικές συνθήκες, δημιούργησε τα συνεργατικά σχήματα ή αλλιώς τις συστάδες επιχειρήσεων (clusters). Τα συνεργατικά αυτά σχήματα αποτελούν χαρακτηριστικό παράδειγμα πολιτικής για την ανάπτυξη της καινοτομίας, της εξωστρέφειας και την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας καθώς δύναται να αποτελέσουν το όχημα για αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, για ενδυνάμωση των επαγγελματικών δικτύων μέσω της συγκέντρωσης των απαραίτητων (ανά περίπτωση) πληροφοριών και για μείωση της εργασιακής επισφάλειας των αυτοαπασχολούμενων.
Σημαντικές είναι οι προκλήσεις που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αναφορικά με την απουσία ή αδυναμία πρόσβασης σε χρηματοοικονομικά εργαλεία και την παράλληλη αύξηση λειτουργικών εξόδων των επιχειρήσεων όπως λόγω των υψηλών ενοικίων στην επαγγελματική στέγη ενώ ταυτόχρονα σημαντικά θέματα που χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης αποτελούν η ψηφιοποίηση και οι επενδύσεις στην πράσινη μετάβαση. Ωστόσο, εξίσου σημαντικά είναι και τα οφέλη από τη δημιουργία και τη συμμετοχή σε μια συστάδα επιχειρήσεων. Η επιχείρηση που θα ενταχθεί σε ένα συνεργατικό σχήμα δύναται να επωφεληθεί από τη μείωση του μέσου κόστους παραγωγής των προϊόντων, την αμεσότερη πρόσβαση των προϊόντων στην αγορά και την αύξηση της ανταγωνιστικότητας. Σύμφωνα με μελέτη της οποίας το συντονισμό και την εποπτεία είχε το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ (2015)1 απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχή έκβαση ενός συνεργατικού σχήματος είναι η εξασφάλιση χρηματοδότησης η οποία εξαρτάται από τον βαθμό εταιρικότητας που αναπτύσσεται ανάμεσα στις εμπλεκόμενες επιχειρήσεις, τον βαθμό εμπιστοσύνης και αμοιβαιότητας που διαμορφώνεται ανάμεσά τους αλλά και τη διάχυση της πληροφορίας στα μέλη του συνεργατικού σχηματισμού. Στον αντίποδα, ο πιο σημαντικός λόγος αποτυχίας ενός δικτύου επιχειρήσεων είναι η ελλιπής έρευνα αγοράς για τον εντοπισμό «κενών» στην αγορά και η ελλιπής καταγραφή των τάσεων της αγοράς που επιλέγει να καλύψει το συνεργατικό σχήμα κατά την πρώτη φάση λειτουργίας του.
Υπό αυτό το πρίσμα και προκειμένου να ενισχυθεί ο βαθμός συνεργατικότητας μεταξύ των επιχειρήσεων χρειάζεται να επιμείνουμε σε έναν πολύ-επίπεδο και αποτελεσματικότερο σχεδιασμό στρατηγικών υποστήριξης των συνεργατικών σχημάτων, ενεργοποιώντας στοχευμένες δράσεις και πολιτικές αντιμετώπισης θεσμικών, ρυθμιστικών και φορολογικών αντικινήτρων. Επιπροσθέτως, στο πλαίσιο ενίσχυσης των ικανοτήτων και δεξιοτήτων των υφιστάμενων αλλά και των νεοφυών συνεργατικών σχημάτων ως προς την επιχειρηματική τους ανάπτυξη κρίνεται απαραίτητη η κατάρτιση και επανακατάρτιση των αυτοαπασχολούμενων σε θέματα ενίσχυσης/ανάπτυξης της καινοτομικής ικανότητας των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και σε θέματα εξωστρέφειας. Τέλος, χρειάζεται να ενισχυθούν δράσεις ευαισθητοποίησης και ενημέρωσης για τα τρέχοντα χρηματοδοτικά προγράμματα και εργαλεία και να γίνουν ενέργειες διάχυσης του θετικού αντίκτυπου της συνεργατικότητας προκειμένου ο/η αυτοαπασχολούμενος/η να αναγνωρίσει τα οφέλη που θα αποκομίσει από τη συμμετοχή του/της σε μια συστάδα επιχειρήσεων.
* Άρθρο του Δημήτρη Νικολακόπουλου, Προέδρου Ομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνικών Εμπορικών Σωματείων Νομού Αχαΐας (Ο.Ε.Β.Ε.Σ.Ν.Α.)