Του Νικόλαου Γιαννούλη οικονομολόγου – συμβούλου επιχειρήσεων
Ξεκίνησε η λειτουργία του νέου Ταμείου Μικροπιστώσεων, το οποίο διαχειρίζεται η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα και το οποίο συγχρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο πλαίσιο του Προγράμματος «Ανταγωνιστικότητα 2021-2027».
Πολλές μικρομεσαίες επιχειρήσεις που περίμεναν με αγωνία την εξαγγελία του Ταμείου μικροπιστώσεων για χορήγησης δανείων μέχρι του ποσού € 25.000 , απογοητεύτηκαν όταν είδαν τους όρους δανεισμού καθώς και το συνολικό ποσό που θα χορηγηθεί για το σκοπό αυτό .
Ο προϋπολογισμός του Ταμείου Μικροπιστώσεων προβλέπει τη χορήγηση χαμηλότοκων δανείων συνολικού ύψους 80 εκ € σε 3.300 επιχειρήσεις σε όλη την Ελλάδα . Το ποσό αυτό είναι απογοητευτικά χαμηλό αν λάβουμε υπόψη ότι ο συνολικός αριθμός των μικρομεσαίων επιχειρήσεων ανέρχεται σε 730 χιλιάδες . Μόνο ένα ελάχιστο ποσοστό των επιχειρήσεων κάτω από το 0,5% αυτών, μπορούν να βοηθηθούν χρηματοδοτικά από αυτό το πρόγραμμα.
Μια άλλη δυσάρεστη έκπληξη είναι το ύψος των επιτοκίων που ανακοίνωσαν οι τρεις ιδιωτικές επιχειρήσεις που έχουν αναλάβει να χορηγήσουν τα εν λόγω δάνεια . Το επιτόκιο που θα εφαρμόσουν στο μη επιδοτούμενο τμήμα του δανείου φτάνει έως το 16,5% που είναι απαγορευτικό για τη βιωσιμότητα μιας επιχείρησης . Στη γενική επιχειρηματικότητα το επιτόκιο αυτό εφαρμόζεται στο 40% του δανείου και οδηγεί σε μεσοσταθμικό επιτόκιο 6,5 % , που φτάνει σχεδόν το ίδιο επιτόκιο με το οποίο δανείζουν οι Τράπεζες . Δηλαδή εξανεμίζεται η άτοκη χρηματοδότηση και τα χαμηλότοκα δάνεια , δεν είναι χαμηλότοκα δάνεια . Αν στα παραπάνω επιτόκια προστεθούν το κόστος φακέλου , τότε η συνολική επιβάρυνση γίνεται ακόμη μεγαλύτερη .
Επίσης δεν αποσαφηνίζεται με ποιά πιστωτικά κριτήρια θα αξιολογηθούν οι αιτήσεις, δεδομένου ότι σε αυτό το πρόγραμμα δεν συμμετέχουν οι τράπεζες , οι οποίες έχουν τη τεχνογνωσία και το δίκτυο , αλλά τρεις άλλες χρηματοδοτικές εταιρείες που έχουν λάβει άδεια από την Τράπεζα της Ελλάδος και θα λειτουργήσουν ως χρηματοδοτικοί οργανισμοί.
Θα πρέπει να προσθέσουμε ότι η διαδικασία της αίτησης είναι αρκετά γραφειοκρατική και έξω από τις δυνατότητες μιας μικρομεσαίας επιχείρησης , η οποία δεν διαθέτει οργανωμένο λογιστήριο , ούτε οικονομικούς συμβούλους .
Είναι φανερό ότι το παραπάνω πρόγραμμα δεν απαντά στις ανάγκες των μικρομεσαίων επιχειρήσεων , που αποτελούν την κύρια βάση της ελληνικής οικονομίας. Η χαμηλή πρόσβαση στη τραπεζική χρηματοδότηση, τα αυξημένα επιτόκια δανεισμού σε συνδυασμό με το αυξημένο ενεργειακό κόστος και τις τιμές των πρώτων υλών , αποτελούν σημαντικά προβλήματα που απειλούν τις ΜμΕ και αυξάνουν τις χρεοκοπίες .
Η έναρξη ενός Ταμείου μικροπιστώσεων με κοινοτικά κονδύλια , είναι μια θετική κίνηση , αλλά θα πρέπει να γίνει πιο ουσιαστική και να απευθύνεται σε μεγαλύτερο αριθμό ΜμΕ.
Παράλληλα απαιτείται η θεσμοθέτηση Εθνικής Στρατηγικής για τις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις προκειμένου να συντονίζονται όλες οι δράσεις καθώς και οι προτεραιότητες των συγχρηματοδοτούμενων δράσεων ( ΕΣΠΑ , Ταμείο Ανάκαμψης , Αναπτυξιακός Νόμος ) για τη καλύτερη αποτελεσματικότητα των πόρων που διατίθενται , την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ΜμΕ και την ανάκαμψη της οικονομίας συνολικά .
*Ο Νικόλαος Γιαννούλης είναι οικονομολόγος – σύμβουλος επιχειρήσεων. Σπούδασε στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και το πανεπιστήμιο PARIS II .
Έχει εργαστεί : α) Στο τραπεζικό κλάδο επί σειρά ετών ως διευθυντικό στέλεχος β) Στο Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών γ) Από το 2015 είναι ιδρυτής και εταίρος της εταιρείας Minimax Consulting, η οποία δραστηριοποιείται στην παροχή χρηματοοικονομικών, επιχειρηματικών συμβουλευτικών υπηρεσιών.