Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες πληροφορίες υπό διαπραγμάτευση φέρεται να είναι το αίτημα της Ελλάδας, που ετέθη από τον υπουργό Οικονομικών Χρ. Σταϊκούρα, για διετή παράταση, δηλαδή έως τις 31/8/2021, της συμμόρφωσης της ελληνικής νομοθεσίας στις επιταγές της Κομισιόν που αφορούν τη φορολογική εξομοίωση των αποσταγμάτων τσίπουρου/ρακής/τσικουδιάς με τα «σκληρά» αλκοολούχα ποτά, καθώς και την υπαγωγή των διήμερων αποσταγματοποιών σε μειωμένο κατά 50% συντελεστή Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης.
Προς εξοντωτικό ανταγωνισμό
Το επιχείρημα της χώρας μας είναι ότι οι σχετικές συμβάσεις για τις πρώτες ύλες οι οποίες παραπέμπουν στον ισχύοντα μειωμένο κατά 50% συντελεστή ΕΦΚ για τα εν λόγω αποστάγματα έναντι του κανονικού συντελεστή, έχουν ήδη συναφθεί και προς τούτο ζητείται η όποια αλλαγή να ισχύσει για την αποσταγματική περίοδο του 2021. Αν και κάτι τέτοιο βέβαια απλώς θα μετέθετε την εφαρμογή ενός καταδικαστικού για την ελληνική παραγωγή αποσταγμάτων μέτρου εντούτοις μπορεί να αποτελέσει μεταβατικό στάδιο ανασύνταξης. Και αυτό γιατί τυχόν αύξηση του ΕΦΚ στο τσίπουρο, εκτινάσσει την τιμή του στα 15- 16 ευρώ ανά φιάλη 700 ml από 10,9 ευρώ που είναι σήμερα. Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Συνδέσμου Ελλήνων Παραγωγών Αποσταγμάτων και Αλκοολούχων Ποτών, Νίκο Καλογιάννη η επικείμενη αύξηση του ΕΦΚ θα πλήξει πρωτίστως αυτούς που τον πληρώνουν, δηλ. τους επίσημους αποσταγματοποιούς. Ο ειδικός φόρος της φιάλης τσίπουρου θα διπλασιαστεί στα 7,14 ευρώ (από 3,6 ευρώ που είναι τώρα) και ο ΦΠΑ θα ανέλθει περίπου 3 ευρώ (από 2,1 ευρώ) και έτσι οι φόροι αντιστοιχούν στο 66% της ενδεικτικής τιμής πώλησης. Το σημαντικό είναι επίσης ότι ενδέχεται να υπάρξει έξαρση της αισχροκέρδειας και του λαθρεμπορίου. Σύμφωνα με εκτιμήσεις του κλάδου, 4 στα 5 ποτήρια είναι χύμα προϊόν, παρανόμως παραγόμενο και διακινούμενο, και μόνο 1 στα 5 ποτήρια χύμα προϊόντος διήμερων παραγωγών είναι δηλωμένο στις αρμόδιες αρχές, με τις απώλειες από τον ΕΦΚ να αγγίζουν τα 47,7 εκατ. ευρώ το 2016. Επίσης τα φαινόμενα «ελληνοποιήσεων» χύμα τσίπουρου από αγορές όπως Σερβία, Αλβανία είναι έντονα και πέρα από όλες τις στρεβλώσεις που προκαλούν στην εγχώρια ποτοποιία απειλούν και τη διασφάλιση του καθεστώτος «προστασίας» που απολαμβάνουν εντός Ε.Ε. αλλά και στο πλαίσιο συμφωνιών με τρίτες χώρες.
Όλα επομένως δείχνουν ότι έστω και με διετή παράταση η αγορά του τσίπουρου/ρακής/τσικουδιάς εισέρχεται σε έναν «εξοντωτικό ανταγωνισμό ιδίως για τους διήμερων (σπιτικών) αποσταγματοποιών. Ήδη ο Καλογιάννης, προστατεύοντας όπως είναι φυσικό τα συμφέροντα των επιχειρήσεων του κλάδου-που μέχρι τώρα αντιμετώπιζαν χαλαρά και με κάποια κατανόηση το θέμα-ανέφερε ότι Σύνδεσμος θέτει εκ νέου στο τραπέζι το ζήτημα της προνομιακής φορολόγηση των αποσταγμάτων από τα «σπιτικά καζάνια», δηλαδή των διήμερων και ζητά οι ποσότητες που θα αφορούν εμπορία να εμπίπτουν στο ίδιο φορολογικό καθεστώς με τα εμφιαλωμένα επώνυμα αποστάγματα, ενώ ταυτόχρονα ζητά την εντατικοποίηση των ελέγχων στη χύμα διακίνηση, ώστε να παταχθούν πρακτικές λαθρεμπορίου.
Άλλη μια χαμένη υπόθεση λοιπόν ιδίως για τους μικρούς παραγωγούς της ελληνικής υπαίθρου; Το πιθανότερο όπως φαίνεται. Και επειδή θα ακολουθήσουν και άλλες σε διάφορα επίπεδα της ελληνικής παραγωγής, αν δεν υπάρχει έγκαιρη συλλογική αντιμετώπιση αξίζει το ελληνικό συνεταιριστικό κίνημα και οι συλλογικές προσπάθειες που αναπτύσσονται στην ελληνική αγροτική κατά βάση περιφέρεια της χώρας μας να κάνουν ένα απολογισμό του τρόπου που αντιμετωπίζουν στη γέννησή τους αυτές τις εξελίξεις. Για παράδειγμα πως αγκαλιάστηκε και ποια συνέχεια είχε η προ τετραετίας (2015) πρωτοπόρα πρωτοβουλία 29 συλλόγων από όλη την Αχαΐα που στα πλαίσια της 5ης Γιορτής Τσίπουρου συμφώνησαν και δημοσιοποίησαν κοινό ψήφισμα για την συζητούμενη από τότε επιβολή ΕΦΚ σε τσίπουρο/ρακή/τσικουδιά;
Θυμίζουμε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα του ψηφίσματος (είχε δημοσιευθεί ολόκληρο στον Σ.Ε): Συμφωνούμε στο να διαχωριστούν και να παταχθούν οι παράνομοι-φοροδιαφεύγοντες και παράνομοι εισαγωγείς, οι οποίοι δεν είναι παραγωγοί, που αποστάζουν και διακινούν μεγάλες ποσότητες αποσταγμάτων, δημιουργώντας ζημία στον νόμιμο κλάδο των μικρών αμβυκούχων παραγωγών αλλά και στο κράτος.
Οι όποιες όμως αλλαγές στο υπάρχον καθεστώς, πολλές από τις οποίες έχουν ήδη δρομολογηθεί, οφείλουν να επαναξιολογηθούν μέσα από έναν τελικό κύκλο διαλόγου με όλους τους ενδιαφερόμενους, που θα περιλαμβάνει απαραιτήτως όμως και τους εκπροσώπους των μικρών παραγωγών της χώρας μας και συλλογικότητες(επιστημονικοί φορείς, πολιτιστικοί σύλλογοι) που έχουν ασχοληθεί πολύπλευρα με το θέμα.
Πάντα με σεβασμό στην ιστορική και πολιτισμική σχέση των εθνικών μας αυτών προϊόντων με τα ήθη και τα έθιμα του λαού μας…
Βραχυπρόθεσμα τότε υπήρξε παράταση της επιβολής του ΕΦΚ (ήταν να εφαρμοστεί σε 2 μήνες εντός του 2015).Υπήρξε όμως εφησυχασμός στη συνέχεια. Που ακυρώνει κάθε καλή πρωτοβουλία και «χύνει το γάλα από την καρδάρα».
- Ο Παναγιώτης Γιαλένιος είναι εκδότης της εφημερίδας Σύμβουλος Επιχειρήσεων