0 Comment
Δεν ήταν μια τυχαία βραδιά για την Εθνική Ελλάδος την Κυριακή το βράδυ στη Γλασκώβη, ούτε ένα αποτέλεσμα-έκπληξη. Ήταν η επισφράγιση μιας πορείας που εδώ και καιρό φώναζε πως έρχεται. Το ελληνικό ποδόσφαιρο, με την πιο ταλαντούχα φουρνιά παικτών της τελευταίας δεκαετίας, ανέβηκε στο υψηλότερο επίπεδο του Nations League, και το έκανε με τρόπο που δεν άφησε περιθώρια αμφισβήτησης. Δεν ήταν κάτι που προέκυψε ξαφνικά. Από το καλοκαίρι, όταν ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς ανέλαβε την τεχνική ηγεσία, φαινόταν πως το μέλλον είχε αρχίσει να γίνεται παρόν. Οι παίκτες αυτοί υπήρχαν, ωρίμαζαν, έφταναν. Και τώρα, μαζικά ήρθαν. Διέλυσαν κάθε αμφιβολία για το αν η Ελλάδα ανήκει στην ελίτ. Από το πρώτο λεπτό, οι διεθνείς μπήκαν στο γήπεδο με αποφασιστικότητα, με αυτοπεποίθηση, με αίσθηση ανωτερότητας που πήγαζε από τα προηγούμενα δύο χρόνια σκληρής δουλειάς. Ο Κωνσταντέλιας, με ένα γκολ και δύο ασίστ, έδειξε γιατί θεωρείται το μεγαλύτερο ταλέντο του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ο Καρέτσας, ο νεότερος που φόρεσε ποτέ τη γαλανόλευκη, όχι μόνο έπαιξε, αλλά και σκόραρε, επιβεβαιώνοντας πως η νέα γενιά είναι έτοιμη να αναλάβει τα ηνία. Ο Μουζακίτης, με την ασίστ του, ο Ζαφείρης, ο Τζολάκης, ο Βαγιαννίδης, όλοι τους νέοι, όλοι τους άφοβοι. Στο δεύτερο ημίχρονο, οι έξι της επίθεσης έτρεξαν παθιασμένα να πάρουν πίσω μια χαμένη μπάλα. Δεν είχε σημασία ότι η ομάδα κέρδιζε ήδη με 2-0. Δεν είχε σημασία ότι το παιχνίδι έμοιαζε τελειωμένο. Για αυτούς, κάθε φάση ήταν μάχη. Το αποτέλεσμα ήταν το 3-0. Και το μήνυμα σαφές: Αυτή η ομάδα δεν αρκείται στη νίκη. Θέλει να κυριαρχήσει. Δεν ήταν λοιπόν μυστικό. Δεν ήταν τυχαία βραδιά. Ήταν η αρχή ενός νέου κεφαλαίου για την Εθνική Ελλάδας. Κωνσταντίνος Καρέτσας ετών 17 Και επειδή τίποτα δεν είναι τυχαίο δείτε μια πολύ ενδιαφέρουσα στατιστική ανάλυση για τον 17χρονο Καρέτσα που εμείς ανακαλύψαμε ξαφνικά αλλά οι ειδικοί ξέρουν εδώ και χρόνια . Αντιγράφουμε από το Ουλτρας – 𝐒𝐜𝐨𝐮𝐭 – 𝐌𝐚𝐭𝐜𝐡 𝐀𝐧𝐚𝐥𝐲𝐬𝐭 :· Ο Καρέτσας δεν είναι απλώς ένα ταλέντο – είναι ένα φαινόμενο που συνδυάζει την παραδοσιακή τεχνική δεξιοτεχνία με τη δυναμική φυσική προετοιμασία των βορειοευρωπαϊκών ακαδημιών. Η μοναδικότητά του έγκειται στην ικανότητα να μετατρέπει τεχνική του ικανότητα σε ομαδικότητα και αποτελέσματα, ένα χαρακτηριστικό που τον καθιστά τον πιο συναρπαστικό Έλληνα ποδοσφαιριστή της γενιάς του. Με συνεχή βελτίωση στους τομείς της αμυντικής συμμετοχής και της συγκέντρωσης σε υψηλής πίεσης καταστάσεις, έχει όλα τα δεδομένα να γράψει νέα κεφάλαια τόσο στην εθνική ομάδα όσο και στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Ο Καρέτσας διαθέτει μια σπάνια ικανότητα να διαχειρίζεται τη μπάλα σε στενούς χώρους ενώ ταυτόχρονα επιταχύνει το παιχνίδι. Με μέσο όρο 7.88 αποπειρές ντρίμπλας ανά 90 λεπτά και ποσοστό επιτυχίας 44.2%, ξεπερνά το 85% των κεντρικών μέσων στο πρωτάθλημα Βελγίου. Η τεχνική του βασίζεται σε γρήγορες αλλαγές κατεύθυνσης με ελαφριές επαφές της μπάλας, συχνά χρησιμοποιώντας το “La Croqueta” (μια τεχνική του Ινιέστα) για να διασπά αμυντικές γραμμές. Στον αγώνα εναντίον της Σταντάρ Λιέγης τον Ιανουάριο του 2025, πραγματοποίησε 12 επιτυχημένες ντρίμπλες, ρεκόρ σεζόν για την κατηγορία. Παρά την ηλικία του, ο Καρέτσας επιδεικνύει ωριμότητα πάνω από το 90% των παικτών της ηλικιακής του ομάδας σε θέματα δημιουργίας επιθετικών φάσεων. Καταγράφει 4.02 “key passes” ανά αγώνα, με 1.3 από αυτές να οδηγούν απευθείας σε τελική εκτέλεση. Η προτίμησή του για σλαμ-πάσες και διαγώνιες μπαλιές πίσω από την αμυντική γραμμή τον κάνει απρόβλεπτο. Το πιο εντυπωσιακό στοιχείο της τεχνικής του κατάρτισης είναι η ικανότητα χρήσης και των δύο ποδιών με την ίδια ευκολία. Στατιστικά δείχνουν ότι το 48% των πάσων του εκτελούνται με το αριστερό πόδι και 52% με το δεξί, μια ισορροπία σπάνια ακόμα και σε παίκτες διεθνούς κλάσης. Αυτή η ιδιότητα του επιτρέπει να εκτελεί σουτ από οποιαδήποτε θέση – τα 3 από τα 5 γκολ του στη σεζόν προήλθαν από εκτελέσεις με το “αδύναμο” πόδι. Σε αντίθεση με πολλούς νέους παίκτες που επικεντρώνονται στην ατομική απόδοση, ο Καρέτσας διακρίνεται για την ικανότητά του να προσαρμόζει τη θέση του ανάλογα με τις τακτικές ανάγκες της ομάδας. Στο 4-2-3-1 σύστημα της Γκενκ, λειτουργεί ως “free roam playmaker”, με το ελεύθερο από τον προπονητή να μετακινείται οριζόντια μεταξύ των ζωνών. Ο χάρτες θερμότητας των αγώνων του αποκαλύπτουν συχνή παρουσία και στις τρεις επιθετικές ζώνες (αριστερά 32%, κέντρο 41%, δεξιά 27%), γεγονός που τον καθιστά απρόβλεπτο για τις αντίπαλες άμυνες. Παρόλο που η αμυντική συνεισφορά είναι ένας τομέας που υστερεί, ο Καρέτσας έχει βελτιώσει δραματικά την πίεσή του πάνω στους αντίπαλους παίκτες. Στη τρέχουσα σεζόν, κατέγραψε 5.3 ανάκτησεις μπάλας ανά αγώνα στην επιθετική τρίτη (+37% σε σχέση με περσινή σεζόν), με ειδική έμφαση στο κόψιμο των πασών του αντιπάλου. Στον αγώνα εναντίον της Κλαμπ Μπρίζ, η ανάκτησή του μπάλας στην αντίπαλη επικράτεια οδήγησε άμεσα σε γκολ, επιδεικνύοντας αυξανόμενη ευαισθησία στις μεταπτώσεις φάσεων. Με ύψος 1.71μ και βάρος 68 κιλά, ο Καρέτσας δεν διαθέτει το σωματότυπο ενός κλασικού μέσου. Ωστόσο, η ικανότητα του να διατηρεί ισορροπία υπό πίεση (64% επιτυχία σε μονομαχίες σώμα-σώμα) και να εκτελεί ελιγμούς με κλειστό σώμα τον κάνει ανεξέλεγκτο. Η ευλυγισία του (μέσο όρο 13 χλμ. ανά αγώνα) συνδυάζεται με σπριντ ταχύτητας 34.2 km/h, παρόμοια με αυτή του Εμπαπέ στην ίδια ηλικία. Ο συνδυασμός όλων αυτών των χαρακτηριστικών και πολλών άλλων που δεν έχω αναλύσει θέτει τον Καρέτσα στην κατηγορία των “πλήρων μέσων” που ψάχνουν οι σύγχρονες μεγάλες ομάδες. Η ικανότητα του να λειτουργεί ως “false 10” τον κάνει ιδανικό για συστήματα υψηλής πίεσης κορυφαίων ομάδων. Φυσικά όπως όλοι οι ποδοσφαιριστές έτσι και ο Καρέτσας έχει αδυναμίες που πρέπει και μπορεί να βελτιώσει για να φτάσει στο ανώτερο σκαλοπάτι. Ο Καρέτσας φέρνει στην Εθνική Ελλάδας έναν σύγχρονο, δημιουργικό μέσο με προφίλ που λείπει από τα ελληνικά γήπεδα εδώ και δεκαετίες.